του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Έτος Μπετόβεν το 2020 με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 250 ετών από τη γέννηση του κορυφαίου των συνθετών στην παγκόσμια συνείδηση, τη μουσική και την πολιτική. Επέτειος την οποία, έστω και χωρίς τον υγειονομικά απαγορευμένο «εναγκαλισμό των εκατομμυρίων» που ευαγγελίζεται η 9η συμφωνία του, δεν υπήρχε περίπτωση να αγνοήσει η πόλη όπου επέλεξε να εγκατασταθεί το επιφανές τέκνο της Βόννης. Εξαιτίας του εξάλλου η μικρή εκείνη πόλη του Ρήνου έγινε πρωτεύουσα υψηλού συμβολισμού μιας νέας δημοκρατικής και κοινωνικής Γερμανίας. Και για τον ίδιο συμβολικό λόγο, ως «η όπερα ελευθερίας κατ’ εξοχήν» («on camera» δηλώσεις, εν έτει 1955, του αρχαιομαθούς ελληνιστή μαέστρου Karl Böhm), είχε επιλεγεί η μοναδική όπερά του, ο «Fidelio», για την πανηγυρική επαναλειτουργία της αποκατεστημένης Κρατικής Όπερας της Βιέννης.
Με αφετηρία τις ωδίνες τοκετού, επεξεργασίας και καθιέρωσης της πανανθρώπινης αυτής όπερας, η Staatsoper αποφάσισε να παρουσιάσει σε διάστημα τριμήνου και τις 3 εκδοχές που προέκυψαν από την ενασχόληση του Μπετόβεν με το μοναδικό λυρικό του έργο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1804-1814. Και μάλιστα με 3 διαδοχικές και διαφορετικές παραγωγές, εγχείρημα της φιλοδοξίας του οποίου δεν ανακαλούμε προηγούμενο
Εν πρώτοις λοιπόν, στο διάστημα από την 1η έως τις 8 Φεβρουαρίου 2020, οι φιλοπερίεργοι μελομανείς είχαν την ευκαιρία να αποτιμήσουν στο Theater am Ring την αρχική, τρίπρακτη εκδοχή της όπερας, η οποία, όπως μάς πληροφορεί η επίσημη αφίσα της ατυχούς πρεμιέρας στο Theater an der Wien (πρβλ. τεύχος δισκογραφικής έκδοσης SLS 999, σελ.5), παρουσιάσθηκε εκεί στις 6.30 το απόγευμα της 20ής Νοεμβρίου 1805, όχι με τον τίτλο «Leonore», υπό τον οποίο κυκλοφορεί επί δεκαετίες σε δίσκους και συναυλίες (έτσι είχε αναβιώσει και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στις 30/10/2017), αλλά εξ αρχής με τον ίδιο που αποκατέστησε η πρόσφατη βιεννέζικη πρωτοβουλία, δηλαδή ως «Φιντέλιο ή Η Συζυγική Αγάπη» (Fidelio oder Die eheliche Liebe).
Σε δίπρακτη και ακρωτηριασμένη μορφή, το έργο είχε μια δεύτερη ευκαιρία στον ίδιο χώρο λίγους μήνες αργότερα. Όμως ούτε η παράσταση της 29ης Μαρτίου 1806 οδήγησε σε κάτι περισσότερο, πέραν μιας και μοναδικής επανάληψής της. Και αυτό παρά το γεγονός ότι λιμπρετίστας ήταν ο Joseph von Sonnleithner, ο οποίος, ακόμη και μετά την αποχώρησή του από την καλλιτεχνική διεύθυνση του συγκεκριμένου Θεάτρου, τον Αύγουστο του 1804, διατήρησε την επιρροή του ως ο αρμόδιος (Sekretär).των Αυλικών Θεάτρων της Βιέννης και συγκαταλέγεται στους συνιδρυτές της «Εταιρείας Φίλων της Μουσικής» της Αυστριακής πρωτεύουσας, υπεύθυνης για τη δημιουργία του πιο φημισμένου συναυλιακού χώρου της ιστορίας, του Musikverein. Η δεύτερη αυτή εκδοχή προγραμματίσθηκε από τους Βιεννέζους ιθύνοντες για τον Απρίλιο του 2020, αυτή τη φορά με τις παραστάσεις στον χώρο της πρώτης παρουσίασης.
Απαιτήθηκε η παράκληση τριών καλλιτεχνών για μιαν «επ’ ωφελεία» τους παράσταση από τη γραφίδα του, ώστε ο απογοητευμένος Μπετόβεν να επανέλθει, μιαν οκταετία αργότερα, για τελευταία και οριστικά θριαμβική φορά, στο λυρικό του μοναχοπαίδι, που έκτοτε ουδέποτε εγκατέλειψε τις σκηνές, εκπέμποντας, ακόμη και σε σκοτεινούς καιρούς, το απαράκαμπτης αμεσότητας απελευθερωτικό του μήνυμα. Αντί άλλης μαρτυρίας, επικαλούμεθα την εμβληματική σκιτσογράφο και εκλεκτή φίλη Έλλη Σολωμονίδου – Μπαλάνου, που συγκαταλεγόταν μεταξύ των θεατών και ανακαλεί με άσβεστη και ζωηρή συγκίνηση την τεταμένη ατμόσφαιρα στο κατοχικό Ηρώδειο, τον Αύγουστο του 1944, όταν η Λεονώρα της Μαριάννας Καλογεροπούλου αγωνιζόταν για την απελευθέρωση του Αντωνίου Δελένδα ως Φλορεστάν. Αυτός ο οικείος, τελικός «Φιντέλιο» είχε προγραμματισθεί να ολοκληρώσει το μουσικολογικά ενδιαφέρον γενέθλιο τρίπτυχο της Κρατικής Όπερας της Βιέννης μέσα στον Μάιο του 2020. Στις έως στιγμής ενδιαφέρουσες παραμέτρους του εγχειρήματος και στην επιρροή της συνδρομής του απευκταίου πανδημικού απροόπτου θα εστιάσουμε προσεχώς, προσδοκώντας και σε συναγωγή διδαγμάτων για εσωτερική χρήση…