4ο Ελληνοαυστριακό μουσικό καλοκαίρι – Η κεντρική συναυλία

161
Leonidas Kavakos – photo source Austrian Embassy GR

      Ιδιαίτερα συγκινητική, στην καταληκτική συναυλία του 4ου Ελληνοαυστριακού Μουσικού Θέρους, υπήρξε η επί τόπου συνειδητοποίηση της απτής διασυνοριακής συνεισφοράς για την  πραγμάτωση του μουσικού αποτελέσματος. Η σημασία, φερειπείν, παροχής οικιακής φιλοξενίας στους νεαρούς μουσικούς, όπως από μικροφώνου πιστώθηκε στην κα Ariane Κοντέλλη, ή ο περίπου συνωμοτικά συνεσταλμένος ψιθυρισμός για την προσφορά μουσικών οργάνων από το ζεύγος Reinhard & Martha Walter, π.χ. της ήδη βραβευμένης σε σχετικό διαγωνισμό βιόλας του έφηβου  Marinus Kreidt, κατασκευασμένης μάλιστα από Έλληνα ανάδοχο της Ιταλικής παράδοσης, που δημιουργεί μόνιμα στη χώρα του Παγκανίνι!

      Σε παρόμοιο πλαίσιο ούτε η κατοχή ενός εκλεκτού Guarneri ‘del Gesù’ υπήρξε ανέκαθεν αυτονόητη, ακόμη και για έναν ήδη επί μακρόν παγκόσμιας εμβέλειας αστέρα, όπως ο Λεωνίδας Καβάκος. Εκείνος ηγήθηκε, με το δοξάρι στο α’ μέρος και τη μπαγκέτα στο β’, της κεντρικής συναυλίας του Κύκλου, στις 22 Ιουνίου στο Ωδείον Ηρώδου του Αττικού, επικεφαλής της δεύτερης αλλά διόλου δευτερεύουσας, σε σημασία και ιστορία, Ορχήστρας της αυστριακής πρωτεύουσας. Ο λόγος για τους Wiener Symphoniker, που είχαν να εμφανισθούν στο Ηρώδειο από το 1967 (υπό τον αείμνηστο Wolfgang Sawallisch), τότε όπως και πρόσφατα στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

        Το πρόγραμμα της συναυλίας εγκαινίασε το 2ο (σε μι ελάσσονα, έργ.64) και γνωστότερο από τα κονσέρτα για βιολί και ορχήστρα του Felix Mendelssohn Bartholdy, με ορατή την ενίσχυση της μαεστρικής πτυχής στην τέχνη του βιολονίστα. Σε μιαν, ως επί το πολύ,  ευπρόσδεκτα στρωτή ανάγνωση, περιορισμένες υπήρξαν οι αναχωρήσεις από έναν κεντρικό αγωγικό και εκφραστικό ειρμό. Το βιολί εξέπεμψε αναμενόμενες περιπόθητες ποιότητες καλλιτέχνη της κλάσης του Καβάκου, ιδίως τις άκρας τονικής ευστοχίας και μουσικότητας ατάκες, την επίζηλη ευκαμψία της φραστικής, την άδουσα καντιλένα, ζωτική για το αργό μέρος. Ζωηρή και εορταστική, με τυπικά βιεννέζικη χάρη, εκτυλίχθηκε, πριν από το διάλειμμα, η τριμερής 31η συμφωνία, σε ρε μείζονα, με την επωνυμία «Παρισινή», του W.A. Mozart, την οποία ο Καβάκος είχε επιλέξει και για την ολοκλήρωση του 1ου κεφαλαίου συναυλίας της 8ης παρελθόντος Μαρτίου με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Το ενδιαφέρον, ωστόσο, της α’ κίνησης του έργου ήταν εν προκειμένω τόσο επηυξημένο, ώστε η προηγούμενη περίσταση να υποχωρεί αυτόχρημα σε τάξη δοκιμαστικής ανάγνωσης έναντι εκείνης του Ηρωδείου. Η υπεροχή της νεότερης ερμηνείας επισφραγίσθηκε και στα πιο συμβατικά επόμενα μέρη, με αξιομνημόνευτη συμβολή των ξύλινων στο andantino και  με χαρακτηριστικές στίξεις στο καταληκτικό allegro.

        Η 7η συμφωνία, σε λα μείζονα έργ. 92,  του L.v.Beethoven, που ολοκλήρωσε το επίσημο πρόγραμμα, κατέγραψε μεν ορισμένη μουσικολογική συνέπεια (κυρίως τήρηση των επαναλήψεων, χωρίς φιλοδοξία αναμέτρησης με τις υπερταχείες μετρονομικές υποδείξεις του συνθέτη) και ερμηνευτική ακεραιότητα, στο πλαίσιο μιας ευλόγως ακόμη υπό διαμόρφωση ανάγνωσης. Σημειώσαμε την προβολή ενδιαφερουσών λεπτομερειών της γραφής (και πάλι κατ’ εξοχήν από τα ξύλινα) στο εναρκτήριο Poco sostenuto, ένα σφριγηλό, αλλά παραδοσιακά μετρημένο τέμπο για το vivace και μιαν αρκούντως στωική αγωγική διαχείριση του allegretto, που όμως χαρακτηρίσθηκε από ελλιπές φινίρισμα απολήξεων φράσεων και αποκλιμακώσεων, με μιαν επίγευση επιφανειακότητας στη διαχείριση της δυναμικής. Ταχεία, αλλά όχι ριψοκίνδυνη, υπήρξε και η «αποθέωση» του ξέφρενου καταληκτικού allegro con brio, όπου μάς έλλειψε καθοριστικά η δόση παροξυσμού  που ηλεκτρίζει τις πιο εμβληματικές εκτελέσεις της συμφωνίας. Οι ενθουσιώδεις επευφημίες ενός μεστού Ηρωδείου φιλοδωρήθηκαν με την αγαπημένη Pizzicato Polka των αδελφών Johann και Josef Strauss, όπως μόνον οι Βιεννέζοι σχεδόν αταβιστικά κατορθώνουν να ευαγγελίζονται!