Holger Falk και Julius Drake σε αντιπολεμικό ρεσιτάλ

116

Με τον τίτλο «Jeune homme de vingt ans» (20χρονο αγόρι) ως προμετωπίδα, η εκδήλωση της 10ης Νοεμβρίου, στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, δεν κατέλειπε αμφιβολία για την αντιπολεμική οπτική του ιδιαίτερης δύναμης αφιερώματος στα «100 χρόνια από τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου», αφού πρόκειται για τον εναρκτήριο στίχο του ποιήματος «Bleut», που ο Guillaume Apollinaire (1880-1918) συνέταξε ένα περίπου χρόνο προτού υποκύψει στα τραύματά του. Ήταν μια βραδιά εναλλαγής εντέχνων μελωδιών  από τη γραφίδα δύο περίπου συνομήλικων συνθετών των αντιμαχόμενων πλευρών, του Γάλλου Francis Poulenc (1899-1963) και του Γερμανού Hanns Eisler (1898-1962), περίπου 20χρονων στη λήξη του αιματηρότερου μέχρι τότε πολέμου της ιστορίας. Ένα πρόγραμμα, το οποίο μάλιστα, σύμφωνα με από σκηνής ενημέρωση, απορρίφθηκε από Αμερικανούς διοργανωτές λόγω της μονόχρωμα καταθλιπτικής διαδοχής των έργων! Ας μάς επιτραπεί μολαταύτα να θεωρούμε ευτύχημα το γεγονός ότι οι υπεύθυνοι του Μεγάρου συνομολόγησαν την χωρίς παρεμβάσεις παρουσίαση αυτού του δύσκολου στην πρόσληψη, αλλά εξαιρετικά ανταποδοτικού προγραμματικού συνδυασμού. Τον υπερασπίσθηκαν εξ άλλου, με αταλάντευτη προσήλωση και καλλιτεχνική ωριμότητα, ο έντονης προσωπικότητας Γερμανός βαρύτονος Holger Falk (*1972;), ερμηνευτής ταγμένος παράλληλα με την όπερα και στο ληντ, και ο σοφός συνοδός του από το πιάνο, ο Λονδρέζος Julius Drake (*1959). Αν ο τελευταίος  έχει διασφαλισμένη θέση στην ιστορία του είδους μέσα από τη δισκογραφική εποπτεία και συμμετοχή σε σειρά ηχογραφήσεων, ο νεαρότερος Φαλκ καταγράφει ήδη στο ενεργητικό του τρίπτυχη πλήρη χάραξη των 115 μελωδιών για ανδρική φωνή του Πουλένκ και μια τετράτομη, επίσης πλήρη, ηχογράφηση των μελωδιών του Άιζλερ, στο στάδιο της ολοκλήρωσής της.

        Ο μαλακός και λείος ήχος του ταίριαζε σαν γάντι στο εναρκτήριο «Bleuet», τη μόνη μελωδία που ο Πουλένκ προόρισε για φωνή τενόρου, αιχμαλωτίζοντάς μας, με εξαίσιες ημιφωνίες και ενδιάθεση λυκόφωτος, όπως αρμόζει στην ειλικρίνεια αυτής της αινιγματικής μουσικής, πλημμυρισμένης από ανεκπλήρωτη νεανική παραφορά. Η επιγενόμενη της συναυλίας επάνοδος σε  ηχογραφήσεις του «baryton martin» Pierre Bernac (1899-1979), του ανθρώπου για τον οποίον συνέθεσε και με τον οποίο ηχογράφησε μελωδίες του ο συνθέτης, επιβεβαίωσε την αναγκαίως υπολειπόμενη εκείνου ιδιωματικότητα του Γερμανού, διατράνωσε όμως και την ένταση του επιτεύγματος του σύγχρονου μονωδού. Την οβιδιακή και επιφανειακά απέριττη απαγγελία του Μπερνάκ αντιμετώπισε το πάλαι ποτέ «στρουθίον» του Καθεδρικού του Ρέγκενσμπουργκ και μαθητής μ.ά. του θρυλικού τενόρου Franco Corelli   με τη διόγκωση του εκφραστικού εύρους της ερμηνείας του. Ανταποκρίθηκε έτσι έξοχα -για τα επιγονικά του δεδομένα- τόσο στον σουρεαλιστικό κύκλο των 5 «Banalités» (αρ. κατ. έργων FP 107, 1940, πρβλ. «Sanglots» μεγάλης εσωτερικότητας!) όσο και στα συνθηματικής αφιέρωσης και εξομολογητικής συντομίας «Quatre Poèmes» (1931, FP 58), καθώς και στον εσωστρεφή, αρωματικό και οφιοειδή μελωδισμό των καταληκτικών της συναυλίας «Calligrammes» (1948, FP 140), άπαντα σε ποίηση του Απολλιναίρ.

        Η μετάβαση από τον Πουλένκ στον Άιζλερ απαιτούσε προσαρμογή από τον ακροατή σε ένα συνεχώς εναλλασσόμενο μουσικό σύμπαν, αφού ο πρώτος συνέχισε να παρεμβάλλεται μεταξύ των συστοιχιών από το «Hollywood Songbook», 46 τραγουδιών, στην πλειονότητά τους σε ποίηση Bertold Brecht. Και σε αυτό το προϊόν της περιπετειώδους φιλοξενίας ενός εσωτερικού μετανάστη στην κινηματογραφική μητρόπολη, ο Φαλκ προσπόρισε ψυχολογικό βάθος που δικαιολογεί το προσωνύμιο «Χειμωνιάτικο Ταξίδι του 20ού αιώνα», με το οποίο χαρακτήρισε τον κύκλο ο προκάτοχός του Matthias Goerne, αλησμόνητος επισκέπτης της αίθουσας «Δημήτρης Μητρόπουλος» και εκείνος. Τον δικό του απρόβλεπτο και συναρπαστικό δρόμο βαδίζει ο Φαλκ. Και αυτό σημαίνει πολλά, ενώ υπόσχεται περισσότερα!