του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Μαρίτα Παπαρίζου στον «Κόσμο» τού Πάθους και του Μύθου
Επί δεκαετίες η Μαρίτα Παπαρίζου διακονεί το τεχνικά και εκφραστικά βαρύ ρεπερτόριο για κοντράλτο κολορατούρα, δυσεύρετη ειδίκευση στον χώρο τής λόγιας φωνητικής μουσικής. Οποιοδήποτε λυρικό θέατρο, κατ’ εξοχήν η Εθνική Λυρική Σκηνή, θα είχε δρομολογήσει διεύρυνση δραματολογίου με όχημα καλλιτέχνες αυτής της ποιότητας εφοδίων, που δεν περιορίζεται στην υπό συζήτηση κατηγορία. Όμως, όπως για άλλους, σημαντικές και σημαντικούς, η Ελλάδα αποτέλεσε χώρο σταδιακής υποθήκευσης ταλάντου και δυνατοτήτων. Ο προβληματισμός αυτός επικαιροποιήθηκε επ’ ευκαιρία συναυλίας τού προγράμματος «Cosmos» τού Κέντρου Πολιτισμού Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, που έλαβε χώραν στη φερώνυμη αίθουσα τού φαληρικού κτηρίου τη Μεγάλη Δευτέρα 10 Απριλίου υπό τον ευρύχωρο αλλά ακριβή τίτλο «Το Θείο Πάθος και ο Μύθος στην Όπερα». Την έλλειψη υπερβολής στην εισαγωγική μας διαπίστωση τεκμηριώνει περαιτέρω η πλαισίωση τής μεσοφώνου από την εν τω μεταξύ ιστορική ορχήστρα δωματίου I Solisti Veneti, σχηματισμό που οι παλαιότεροι φιλόμουσοι και συλλέκτες συνδέουν τόσο με θρυλικές μετακλήσεις του, όπως η αλησμόνητη εκείνη τού 1997 για την τριλογία των πλήρως σωζόμενων λυρικών έργων τού Κλάουντιο Μοντεβέρντι στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, όσο και με έναν εξόχως σημαντικό εμπλουτισμό δραματολογίου, με πρώτες σύγχρονες αναβιώσεις και ηχογραφήσεις καταχωρήσεων από τον «Ορλάνδο Μαινόμενο» του Βιβάλντι έως τον «Μωάμεθ Β’» και τον «Μωυσή στην Αίγυπτο» του Ροσσίνι.
Πρωτεργάτης επιτευγμάτων, όπως οι περί τις 350 ηχογραφήσεις τους, υπήρξε ο ακάματος και αγαπητός και στην Ελλάδα Claudio Scimone, ο εν έτει 1959 ιδρυτής τής Ορχήστρας και ο ηγήτοράς της μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου 2018, 4 μόλις ημέρες πριν από τον θάνατό του. Μαθητής τού Δημήτρη Μητρόπουλου, αλλά και -όπως και ο διάδοχός του Giuliano Carella- τού σεβαστού Φράνκο Φερράρα, ο Σιμόνε δεν επέλεξε την οπτική των συνδεόμενων με τα αυθεντικά όργανα μουσικών ακροτήτων. Με μεσογειακή θέρμη, λοιπόν, ήχησαν τόσο η Σινφόνια «στον Πανάγιο Τάφο» όσο και το κονσέρτο για βιολί «για την Ιερή Γλώσσα τού Αγίου Αντωνίου τής Πάδουας» τού Βιβάλντι (σπονδή στην πόλη τής ίδρυσής τους;) στο α΄ μέρος της βραδιάς με έμπειρο σολίστ τον εξάρχοντα, το όνομα τού οποίου ασυγχώρητα παρέλειψε το προγραμματικό δελτάριο (εικάζουμε ότι πρόκειται για τον Lucio Degani, πρώτο βιολί και μόνιμο σολίστ τού συγκροτήματος, που έλαμψε με Don Niccolò Amati του έτους 1734).
Το δεξιοτεχνικά περίτεχνο «Salve Regina» τού N.Porpora, συνθέτη στου οποίου την επαναξιολόγηση συνέβαλε σημαντικά η Παπαρίζου, ολοκλήρωσε το θρησκευτικό πρώτο μέρος τού προγράμματος, καθιστώντας, λόγω και τού εκφραστικού φορμαλισμού της σύνθεσης, πιο προφανείς κάποιες αμυχές της ιδιαίτερης αυτής φωνής στις δεκαετίες της προσφοράς της. Απελευθερωμένη πλέον για σπάνιες άριες που ακολούθησαν, η μεσόφωνος διαχειρίσθηκε με φωνητική παραστατικότητα ένα εύρος ψυχολογικών καταστάσεων ηρώων και ηρωίδων, από τον Νίνο τής «Σεμιράμιδος» και τον Περσέα τής «Ελευθερωθείσης Ανδρομέδας» τού Βιβάλντι ως τον Λυκίδα τής «Ολυμπιάδας» τού ιδίου και την Δηιάνειρα τού κατά Χαίντελ «Ηρακλή», επιβεβαιώνοντας επίζηλη θέση σε αυτό το λυρικό θησαυροφυλάκιο…