του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Νεανική δροσιά από τις Ηνωμένες Πολιτείες
Ούτε κι εμείς αποφύγαμε τη στιγμιαία παραδρομή! Η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βοστώνης οφείλει να μη συγχέεται με την περιώνυμη Συμφωνική της πόλης, των μυθικών αρχιμουσικών και της δισκογραφίας, εκείνην που οι λάτρεις των βινυλλίων συνηθίσαμε να αντιμετωπίζουμε ως «The aristocrat of Orchestras», ισχυρισμό περήφανα χαραγμένο στα εμπροσθόφυλλα των ιστορικών δίσκων της. Η Φιλαρμονική είναι ημιεπαγγελματικός σχηματισμός, δημιουργήθηκε το 1979 και οι συναυλίες της φιλοξενούνται σε αίθουσες τού Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Ωδείου της Νέας Αγγλίας. Διευθυντής τού τελευταίου, έως το 2012, ήταν ο σημερινός μόνιμος αρχιμουσικός τής Ορχήστρας Benjamin Zander, ιδρυτής -διόλου τυχαία- το ίδιο εκείνο έτος τής -μαθητικής και κολεγιακής- Φιλαρμονικής Ορχήστρας Νέων της Βοστώνης, που ο ίδιος καθοδήγησε, στις 15 Ιουνίου 2022, στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» (Φίλων της Μουσικής) του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Με 120 μουσικούς νεοσσούς, ηλικίας 12 έως 21 ετών, στη διάθεσή του, ο Τζάντερ προλόγισε τη συναυλία, όπως το συνηθίζει και στην έδρα τού Συγκροτήματος. Η χωρίς περιστροφές αναφορά του στον νέο Ουκρανικό πόλεμο όμως δεν απέτρεψε ηχηρές αντιδράσεις από μικρή μερίδα κοινού τής κατάμεστης αίθουσας.
Εστιάζοντας στην πολεμική αναλογία ανάμεσα σε περιστάσεις τού τότε και του σήμερα, ο Γερμανικής προέλευσης, πρόσφυγας από τους Ναζί, Άγγλος επέλεξε εύστοχα «Το Βαλς» τού Maurice Ravel ως προμετωπίδα ενός προγράμματος με έργα αποκλειστικά του 20ού αιώνα. Η Ορχήστρα του τον ακολούθησε σε μιαν ευπρόσδεκτα αναλυτική και στερεοσκοπική περιδιάβαση στον αποδομητικό κόσμο τής χορογραφικής αυτής σύνθεσης, ενός πραγματικού ρέκβιεμ για την Ευρώπη τής Belle Époque και των συγγενικών ευρωπαϊκών δυναστικών αετών. Ήταν μια διαδρομή αυτή ρυθμικά ευέλικτη, με ανάγλυφες και τις πλέον σημειακές λεπτομέρειες και αποχρώσεις τής περίτεχνης ενορχήστρωσης.
Ακολούθησε το επίσης μεταπολεμικό κοντσέρτο για βιολοντσέλο τού κατ’ εξοχήν Βικτωριανού Άγγλου Sir Edward Elgar με ενδιαφέροντα σολίστ τον Κινεζο – Βουλγαρικής καταγωγής Zlatomir Fung, πρώτο Αμερικανό νικητή του Διαγωνισμού Τσαϊκόφσκι της Μόσχας στα 40 και πλέον έτη λειτουργίας πτέρυγας τού τσέλου. Ο πλούσιος, μαλακός και εύκαμπτος ήχος τού 23χρονου συνέβαλε στην ανάπτυξη μιας ερμηνείας νοσταλγικά και ελεγειακά προσανατολισμένης, με υποσχόμενη την προοπτική ερμηνευτικής ωρίμανσης τού νεαρού δεξιοτέχνη. Απολαύσαμε την εσωτερικότητα τής σύμπραξης με το πόντιουμ στο β’ μέρος, αλλά και την λυρικά βαρυσήμαντη οργάνωση τού γ’, με τον τσελίστα να επιλέγει Προκόφιεφ για το ανκόρ του.
Η συναυλία ολοκληρώθηκε με μια σχολαστική και στωική, διδακτική θα λέγαμε, εκτέλεση τής 5ης και δημοφιλέστερης από τις 15 συμφωνίες του Dmitri Shostakovich, έργου τού οποίου σπανίως έχουμε την ευκαιρία φυσικής ακρόασης. Όπως πλέον γνωρίζουμε μετά τη δημοσίευση τής φυγαδευμένης από τον Σόλομον Βολκόφ «Μαρτυρίας» του, στην συμφωνία αυτή, που, ως «δήλωση μετανοίας», τον αποκατέστησε, ο Σοστακόβιτς ξετυλίγει το δικό του οδυνηρό αφήγημα. Οι νεαροί αξιοποίησαν αποφασιστικά κάθε χαραμάδα έκφρασης, όπως πολύ χαρακτηριστικά στο σύντομο allegretto, όπου υπερτόνισαν τη γελοιογραφία τού Στάλιν και το νευρωτικά σαρκαστικό γέλιο που αναβλύζει από την παρτιτούρα…