Ο Ευγένιος Κίσσιν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

73

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

Για όσους τηρούμε ηχογραφικό αρχείο από τα νεανικά μας χρόνια έρχεται η στιγμή που η δίψα της μουσειακής συλλογής υποκαθίσταται σταδιακά από την ψηλάφηση κοινής διαδρομής με τους ανθρώπους της Μουσικής. Στην περίπτωση του Yevgeni Kissin η στιγμή αυτή ανατρέχει στην πρώτη επαφή μας με τους ιστορικούς πλέον πρώτους 2 δίσκους του. Σε αυτούς η τότε Σοβιετική εταιρεία δίσκων Melodiya είχε συμπεριλάβει το πρόγραμμα μιας και μόνης συναυλίας, τής 27ης Μαρτίου 1984, κατά τη διάρκεια της οποίας ο 13χρονος δεξιοτέχνης ερμήνευσε αμφότερα τα  κονσέρτα και 3 ανκόρ του Φρεντερίκ Σοπέν ενώπιον του εντυπωσιασμένου κοινού της Μεγάλης Αίθουσας του Ωδείου της Μόσχας. Πέρα από κάθε συγκριτική αποτίμηση τής έκδοσης, η μεστή εσωτερικότητα των εκτελέσεων από έναν ακόμη νηπιακής εμφάνισης βιρτουόζο, με το χαρακτηριστικό ερυθρό μαντηλάκι τής Κομσομόλ στο λαιμό, επιβεβαίωνε στο ακέραιο τις βιογραφικές αναφορές που τον ήθελαν να παίζει «ό,τι άκουγε γύρω του» πριν από τα δυόμιση έτη ζωής!

Από τα 6 πλάι του η δασκάλα του στο πιάνο, που έμελλε να γίνει μέλος της οικογένειάς του και να εγκατασταθεί μαζί τους μέχρι τον θάνατό της, στα 98 της, στις 27 Ιουλίου 2021, εβδομάδες πριν από τα 50α γενέθλια τού καλλιτέχνη και την Σεπτεμβριανή αθηναϊκή του επανεμφάνιση στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Μια μικρή αναθηματική φωτογραφία τής Άννα Πάβλοβνα Κάντορ στο προγραμματικό δελτάριο της εκδήλωσης υπενθύμισε την ισόβια προσήλωση του Κίσσιν, πέρα από την φυσική, και στην πνευματική του μητέρα. Παράταιρος, ως Εβραίος, στο Ρωσικό περιβάλλον της ανατροφής του, ο νεαρός με το βλέμμα τής ονειροπόλας αποστασιοποίησης μετεγκαταστάθηκε οικογενειακώς στο Ηνωμένο Βασίλειο, προτού ζητήσει και λάβει και την Ισραηλινή υπηκοότητα ως ταυτοτικό ζητούμενο αναφοράς, πέραν της Μουσικής, ακόμη και για το επιτύμβιό του!

Ο καλλιτέχνης προσήλθε στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης», στις 24 Σεπτεμβρίου, έχοντας πλέον εγκατασταθεί στην Πράγα, πόλη τής Αρμένιας παιδικής φίλης και -από το 2017- συζύγου του, με 2 αυτοβιογραφικά βιβλία βάθους, συστηματική ενασχόληση με ποίηση Yiddish και με αρκετές συνθέσεις πλέον στο βιογραφικό του. Το πρόγραμμα εγκαινίασε η πασίγνωστη Τοκκάτα και Φούγκα, αρ. καταλόγου έργων Μπαχ 565, σε μεταγραφή τού Πολωνού μαθητή τού Λιστ Carl Tausig, που επιβεβαίωσε την υπερμεγέθη δεξιοτεχνία και τα αποθέματα ενέργειας ενός πρίγκιπα τής τέχνης του, που σχεδόν επέτυχε τη μεταφορά τής γραφής για το όργανο στο πιάνο.  Κορυφαία ώρα του ρεσιτάλ αποτέλεσε η προτελευταία 31η σονάτα τού Μπετόβεν, έργον 110. Η υποβλητική ατμόσφαιρα και ο εσωτερικός πόνος τής σύνθεσης υπηρετήθηκαν με παραφορά φυσικότητας και μουσικότητας του δακτυλισμού σε μια βαθύτατα προσωπική αλλά όχι εγωκεντρική ερμηνεία σχεδόν ενστικτώδους ενσυναίσθησης του ειρμού τής μπετοβενικής έμπνευσης, όπως, α.ά. στην αδιόρατη μετάβαση από το arioso dolente στην Φούγκα. Οι πιο νοσταλγικές από 7 μαζούρκες του Σοπέν ανέδειξαν στο έπακρο τη μαγεία του Κίσσιν, που εκτονώθηκε συναρπαστικά στο καταληκτικό τού επίσημου προγράμματος Andante spianato et Grande Polonaise…