«Οικογένεια» με την Μάρλις Πέτερσεν

64

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

      Επικαλούμενο ελληνική συνέντευξη τής Marlis Petersen του έτους 2016, το λήμμα τής Wikipedia για την υψίφωνο διατείνεται ότι η Γερμανίδα ζει στην Αθήνα από το 2009, αγνοώντας μεταγενέστερη αναφορά τής ίδιας,  στην «Kleine Zeitung», στην οποία επίσης ανατρέχει. Το 2018, λοιπόν, η πριμαντόνα εξηγούσε ότι εγκατέλειπε την αττική διαμαντόπετρα προς αναζήτηση κατοικίας στη Βιέννη, διατηρώντας εξοχικό στην Κορώνη και ελαιοπαραγωγικές δραστηριότητες. Τη σχέση της με την Ελλάδα είχε βέβαια διακηρύξει η καλλιτέχνις ενώπιον των μικροφώνων της Αυστριακής Ραδιοφωνίας σε συνέντευξή της ήδη  μεσούσης της πιστοληπτικής κρίσης. Και μάς είχε συγκινήσει τότε η αποφασιστική στάση της έναντι συμπατριωτών της για την απαξιωτική αντιμετώπιση των Ελλήνων εν όψει της δημοσιονομικής μας δυσπραγίας.

      Χωρίς να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν η μετοίκησή της από το ευρύτερα γνωστό διαμέρισμά της στο Παγκράτι έχει ολοκληρωθεί, σημειώνουμε όμως την εμπειρία τής εισόδου της στην Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών το βράδυ της 6ης Νοεμβρίου και τη γεμάτη πάθος αξιοποίηση του μικροφώνου της, προκειμένου να απευθύνει, σε προχωρημένα και σημειακά μόνον τρωτά, αξιαγάπητα Ελληνικά, την αίσθησή της για την Ελλάδα, την Αθήνα, το Μέγαρο, το κοινό, αλλά και τον τιμώμενο της συναυλίας αείμνηστο Λαμπράκη, ως «οικογένεια» για κείνη. Μια τέτοια διακήρυξη από ένα παγκόσμιας αναγνώρισης πρόσωπο της λυρικής τέχνης, την ερμηνεύτρια δυσχερέστατων ρόλων «μοιραίων γυναικών», αποτέλεσε ευτυχές εναρκτήριο λάκτισμα του πρόσφατου αθηναϊκού της προγράμματος. Ενός προγράμματος που παραδόξως επέστρεφε στην κλασική και προκλασική περίοδο της δυτικής μουσικής, συνυφασμένη με τεχνικές προϋποθέσεις εκτελεστικής ακρίβειας και δεξιοτεχνίας, οι οποίες, μετά την ολοκλήρωση της παρακολούθησης, επιβεβαίωσαν την ανάγκη υπηρέτησής τους από λιγότερο ώριμη φάση σταδιοδρομίας των ερμηνευτών τους.   

Έτσι, ιδίως η πρώτη, πιο δραματική, από τις εναρκτήριες arie antiche του Alessandro Scarlatti, με πιανιστική συνοδεία -για όλο το α’ μέρος της βραδιάς- από τον Stephan Matthias Lademann, εξέθεσε τη φωνή σε σποραδικά ανυπότακτες εξάρσεις στην ψηλή περιοχή, που περιορισμένα μόνον ισοσκέλισε η μαγνητική παρουσία τής αγαπημένης μονωδού, με τους διαλεκτικούς αυτοσχεδιασμούς της στο ενδιάμεσο μέρος της δεύτερης άριας να δοκιμάζουν την κρατούσα αισθητική αντίληψη για το μπαρόκ. Η μαγεία της Μάρλις εδραιώθηκε με την μονωδία του Benedetto Marcello, που κατέγραψε σφαιρική διάταση κειμένου και μουσικής και μαγική μετάπτωση από το κεντρικό στο τελικό μέρος. Η γραμμή τηρήθηκε στην άρια από τον «Βασιλέα Ποιμένα» του Μότσαρτ, με βιολί ομπλιγκάτο του εξάρχοντος τής Καμεράτα Σέρτζιου Ναστάσα. Οι μουσικοί της, υπό τον Μάρκελλο Χρυσικόπουλο, κατέλαβαν τη σκηνή μετά το διάλειμμα με την εισαγωγή από την όπερα «Πολύφημος» του Nicola Porpora, που ακολούθησαν σελίδες του Βιβάλντι (η τριοσονάτα «La Follia»  σε ερμηνεία πιστευτής παραφροσύνης, αλλά και αξιοσημείωτης οργανικής εντέλειας) και του Χαίντελ. Άριες από τις όπερές του «Ιούλιος Καίσαρ» και «Αλτσίνα», σε ερμηνείες επίζηλης εσωτερικότητας, ολοκλήρωσαν τη συναυλία, η προσφορά της Πέτερσεν όμως στην αγαπημένη αθηναϊκή της «οικογένεια» είχε και συνέχεια…

Ένα masterclass με πολλές παραμέτρους

       Δεν παραβρέθηκαν όλοι όσοι αναμέναμε στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών στις 7 Νοεμβρίου 2021, την ομολογουμένως δύσκολη ώρα μετά το κυριακάτικο μεσημβρινό γεύμα. Όχι ότι οι διακεκριμένες παρουσίες μουσικών παιδαγωγών του λυρικού genre έλειπαν από το masterclass της Μάρλις Πέτερσεν, ανοιχτό σε όλους βάσει δωρεάν παρεχόμενου ηλεκτρονικού δελτίου εισόδου.  Απλώς σημειώνουμε για μιαν ακόμη φορά τη συγκριτικά μικρή προσέλευση κυρίως νεαρών σπουδαστών και εν γένει ενδιαφερομένων της λυρικής τέχνης από παρόμοιες διοργανώσεις, οι οποίες, όπως και εν προκειμένω, μετά από 4 ½ ώρες αδιάκοπης παρακολούθησης, μάς προσπόρισαν μιαν ευδαιμονία διεύρυνσης των γνωστικών οριζόντων μας για ένα αντικείμενο που αγαπούμε και αποπειρώμεθα να θεραπεύσουμε από τη δική μας έπαλξη, τού ερασιτέχνη ζηλωτή παρατηρητή. Ο απογευματινός καφές της πριμαντόνας, που κατέφθασε σχεδόν απαρατήρητη στον προθάλαμο του χώρου, έδωσε ακόμη μιαν ευκαιρία να επιβεβαιώσουν οι συγκεντρωμένοι θαυμαστές της  την αμεσότητα και την εγκαρδιότητα της προσωπικής επαφής μαζί της, χωρίς έκπτωση ορίων στον επίζηλο επαγγελματισμό της επικοινωνίας. Μια αξιοσημείωτη προσωπική παρουσία και στάση, που εκδηλώθηκε εναργέστερα κατά την υποδοχή και καθοδήγηση των αγχωμένων, αλλά τυχερών επίλεκτων. Τηρώντας με διακριτική, όσο και γερμανική, ακρίβεια τον χρόνο εκάστου/ης, η Πέτερσεν επιδίωξε την ουσιαστική, ακόμη και σωματική, επαφή μαζί τους σε πλαίσιο πολιτικής ορθότητας, που ουδέποτε φαλκίδευσε την τόλμη των υποδείξεων.

Marlis-Petersen-and-colleagues—photo-akriviadis.gr

      Ενδεικτικά, όταν μια άρια εμφάνισης διδασκόμενης κατέγραψε «Βατερλώ» αποτελέσματος, η Πέτερσεν δεν αναλώθηκε σε εντοπισμό σφαλμάτων, αλλά ανακατεύθυνε ριζικά τη νέα σε άλλο προορισμό φωνητικής τοποθέτησης. Η εκ των ενόντων υπόδειξη άριας μάλιστα, σε συνεννόηση με τον έμπειρο και ακάματο πιανίστα Δημήτρη Γιάκα,  δεν απέδωσε μόνο ένα άλλο και σημαντικό εύρος ευκαιριών για την μαθητευόμενη, αλλά παράλληλα, μέσα από την αυθόρμητη προσφορά παρτιτούρας σε αυτήν από την αίθουσα, οδήγησε  την διάσημη υιοθετημένη μας να επιβεβαιώσει από σκηνής την «οικογενειακή» ατμόσφαιρα που βιώνει στην Ελλάδα.

       Η σωματική απελευθέρωση των διδασκομένων όχι μόνον από το εύλογο άγχος τής ενώπιον κοινού διαδικασίας, αλλά και ως μέσο ολόσωμης ιδιοποίησης και εκπομπής τής μουσικής, ώστε η αφετηρία της φωνητικής στήριξης να εστιασθεί στο κατάλληλο για τον καθένα κέντρο βάρους παραγωγής και προβολής του ήχου, αποτέλεσε μόνιμο μέλημα της ερμηνεύτριας, συχνά με θεαματικά αποτελέσματα. Ακόμη όμως και σε περιπτώσεις που η ενθάρρυνση αυτή φαινόταν να μην επιτυγχάνει επαρκή ανταπόκριση, η Πέτερσεν αντί να εντείνει, κρατούσε  παιδαγωγικά ελεγχόμενη την πίεση, όχι απλώς σεβόμενη το πρόσωπο, αλλά προφανέστατα υπερασπιζόμενη τον χρόνο επεξεργασίας των ερεθισμάτων που παρουσιάζει διαφορά βαθμού δυσκολίας και ταχύτητας από άνθρωπο σε άνθρωπο.

       Αποχωρώντας από την εκδήλωση λίγα λεπτά πριν από την περάτωσή της,  δεν συναποκομίσαμε μόνο την ανεπιτήδευτη ευστοχία των τεχνικών οδηγιών μιας ολιστικής προσέγγισης σε μυστικά της λυρικής τέχνης, αλλά και μια οπτική θετικού πραγματισμού, που βασίζεται στη γνώση, προκειμένου να ανασύρει το κεφάλαιο ενός ταλέντου, συχνά κρυμμένο πίσω από επικαλύψεις που το συσκοτίζουν και το υπονομεύουν…