του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Χρώματα κίνηση και ήχοι από την Εναλλακτική Σκηνή και την ΚΟΑ
Μάς παρέσυρε φίλος να κατηφορίσουμε προς την «Εναλλακτική Σκηνή» τού Φαλήρου για ένα «τρίπτυχο σύγχρονου χορού» στη «μικρή» αίθουσα τού Νιαρχείου ΚΠΙΣΝ το βράδυ της 12ης Νοεμβρίου. Σε χορογραφία, σκηνικό και κοστούμια τού Diego Tortelli και σε μουσική Federico Bigonzetti, η εναρκτήρια «Hole in Space» ήταν η πλέον φουτουριστική καταχώρηση της βραδιάς, με ευρηματικότητα χορογραφίας και με ψηφιακή διεύρυνση «καλών τεχνών», όπως η γλυπτική, εν προκειμένω είδει «παραθεμάτων» από το ομώνυμο (Τρύπα στο Χώρο) «γλυπτό δημόσιας επικοινωνίας» τού έτους 1980. Μετά την ισχυρή δήλωση ενός ολοκληρωτικού θεάματος, αγγιγμένου από τους καιρούς τής πανδημικής απομόνωσης (2021), η σχεδόν ταυτόχρονα πρωτοπαρουσιασμένη «W(H)oman», σε χορογραφία και ενδυματολογία Εύας Γεωργιτσοπούλου και σε μουσική Σεμπάστιαν Διακάκη Νίλο, κατέλιπε ένα σαφώς συμβατικότερο αποτύπωμα. Το τρίπτυχο ολοκλήρωσε η πρώτη παρουσίαση τού κύκλου τραγουδιών «Les Nuits d’été» του Hector Berlioz στην αισθαντική και αισθησιακή χορογραφία τού Κωνσταντίνου Ρήγου. Σημείο εξαιρετικού ενδιαφέροντος η επί σκηνής υποκριτική και -κυρίως- μουσική παρουσία τού βαρυτόνου Τάσση Χριστογιαννόπουλου, ο οποίος, με τη συνοδεία τής Σοφίας Ταμβακοπούλου στο πιάνο τού παρασκηνίου, χάρισε μια πολύ προσωπική ερμηνεία τού φωνητικού αυτού αριστουργήματος, επιλέγοντας την κραυγαλέα οιμωγή ενός ανεκπλήρωτου έρωτα που απέδωσε με σπαρακτικά υπαρξιακή διάσταση και με αναμενόμενα από τον ίδιο, άψογα γαλλικά.
Άλμα στο χώρο και τον χρόνο με την δίπτυχη συναυλία τής Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών τής 1ης Δεκεμβρίου υπό την διεύθυνση τού Γερμανού αρχιμουσικού Cornelius Meister, καθιερωμένου το αργότερο από τη θητεία του ως διευθυντή τής RSO Wien. Δύναμη, καθαρότητα και σαφήνεια εξέπεμψε η θυελλώδης όσο και ελεγχόμενη είσοδος στο 1ο κοντσέρτο για πιάνο τού Τσαϊκόφσκι που εγκαινίασε το γεγονός. Με την ορμή λέαινας, οπτικοποιημένη και στην αδρή παρουσία της, η σολίστ Αλεξία Μουζά επιβεβαίωσε ότι ανήκει στις πλέον ελπιδοφόρες παρουσίες τής γενιάς της σε διεθνές επίπεδο, ποιότητα που διεκδίκησε και η ΚΟΑ, για την οποία οι εσωτερικές ισορροπίες και η συμπαγής, αναλυτική διαφάνεια δεν αποτελούν πλέον αναγκαίο ζητούμενο. Με αξιοσημείωτη εναρμόνιση πιάνου και πόντιουμ, η προβληματική σε άλλα χέρια α’ κίνηση κατέγραψε επεισοδιακή ροή αδιατάρακτης φυσικότητας, χωρίς χάσματα συνοχής στην ανάπτυξη, με την πιανίστα εντυπωσιακή τόσο στην σκανδαλιστική δακτυλική της ευχέρεια, όσο και στη μουσική ενσυναίσθηση τής παρτιτούρας. Μαγική η καντέντσα στην ιδιοποίηση τής ηχητικής τού πιάνου ως φορέα ρομαντικής εκφραστικής φόρτισης, όπως και το αργό μέρος, στη reprise τής μελωδίας τού πιάνου από το τσέλο, αλλά και στο ζωηρό κεντρικό κεφάλαιό του, που ήχησε πεντακάθαρο και παθιασμένο, χωρίς ίχνος μελοδραματικής ευτέλειας.
Η αφιερωμένη στα 200 χρόνια από την γέννηση τού Anton Bruckner εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την «Ρομαντική» 4η συμφωνία του σε μιαν εκτέλεση η οποία, εν αναμονή τής πρώτης εμφάνισης τού Μάιστερ στο Φεστιβάλ Bayreuth, επιβεβαίωσε την εξοικείωσή του με το κοινό πνεύμα Βάγκνερ και Μπρούκνερ, αίροντας την ΚΟΑ σε επίπεδο επαρκές για τη γνωριμία ευρύτερου κοινού με τον μεγάλο θεοκράτη συμφωνιστή.