Μπαχ Νοεμβρίου στο Ωδείο Αθηνών και το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

10

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

Μπαχ Νοεμβρίου στο Ωδείο Αθηνών και το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Εντός 15νθημέρου δόθηκε διπλή ευκαιρία αντιπαράστασης με τον πλέον απροσμέτρητο των συνθετών 5 και πλέον αιώνων Ευρωπαϊκής Μουσικής, τον Johann Sebastian Bach. Στις 16 Νοεμβρίου, στην αίθουσα «Άρης Γαρουφαλής» τού Ωδείου Αθηνών, παρουσιάσθηκαν οι -ατυχώς φερόμενες σε δελτία τύπου ως «διάσημες» (το επίθετο προσδιορίζει πρόσωπα)- «Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ» (αρ.κατ.έργων Μπαχ[BWV] 988/1741) και, στις 30 τού μηνός, στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» (Φίλων τής Μουσικής) τού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, το σύνολο των 6 Κοντσέρτων (BWV 1046-1051) που, πολύ μετά θάνατον τού συνθέτη, επονομάσθηκαν «Βρανδεμβούργια», επειδή ο Μπαχ τα συγκέντρωσε και τα υπέβαλε στον τοπικό μαργράβο (1721) κατόπιν παραγγελίας τού τελευταίου.

Bach Goldberg-Variationen – Νέλλη Σεμιτέκολο – Ωδείον Αθηνών 16.11.2024 – φωτο Κυριάκος Λουκάκος [IMG_5380]

Με εκπεφρασμένες ερμηνευτικές προτιμήσεις και εστιάσεις στην πολυετή και ανεγνωρισμένη σταδιοδρομία της, η πιανίστα Νέλλη Γεωργιάδου, που το Πανελλήνιο αναγνωρίζει ως Νέλλη Σεμιτέκολο, δηλαδή με το επώνυμο τού επίσης διακεκριμένου αειμνήστου συζύγου της, δεν ήταν η πρώτη που θα σκεπτόμασταν για το πιανιστικό αριστούργημα, που αποτελούν η άρια και οι 33 παραλλαγές που την πλαισιώνουν. Κι όμως, η καλλιτέχνις δεν καταγράφει απλώς διεθνή διάκριση στον «Διαγωνισμό Γ.Σ.Μπαχ» των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και οι εκπαιδευτικές της καταβολές εγγυώνται παρόμοιες ενατενίσεις, τόσο μέσω τού Γερμανού πιανίστα Erik ThenBergh, που γνωρίζαμε από την εγγραφή τού κοντσέρτου για πιάνο τού M.Reger, κατ’εξοχήν νοσταλγού τού Μπαχ, όσο και τής πολύπλευρης Alice Pashkus, δάσκαλος τής οποίας, ο E. Robert Schmitz, είχε στο ενεργητικό του έκδοση των Δίφωνων Ινβενσιόν του!

Μετά από συγκινησιακά φορτισμένο προλογισμό τού Διευθυντή τού Ωδείου Φίλιππου Τσαλαχούρη, ακολούθησε μια εκτέλεση χωρίς την συνήθη στην εποχή μας τήρηση επαναλήψεων, με δωρική εστίαση και συνέπεια μπαρόκ ύφους, ελεύθερη ροκοκό εκλεπτύνσεων που, κατά την ταπεινή άποψή μας, νοθεύουν τον Μπαχ. Εκτιμήσαμε ιδιαίτερα το γεγονός ότι η έμπειρη πιανίστα χειρίσθηκε το πιάνο με τους κατά το δυνατόν όρους τού τσέμπαλου. Συνεπής και η ρυθμική διαχείριση τής ακολουθίας, μακράν από rubati καταλυτικά τού χρονικού πλαισίου δημιουργίας τού έργου, έστω και αν, κατ’ ανάγκην, η καλλιτέχνις αξιοποιούσε ένα μεταγενέστερο όργανο. In brevi, μια ερμηνεία διόλου «νανουριστική», βαθιάς μουσικής ακεραιότητας και σεμνότητας που έτυχε αναγνώρισης από ένα επίλεκτο κοινό.

Ο ίδιος αυτός χώρος θα ήταν ιδεώδης και για την παρουσίαση των «Βρανδεμβουργίων» από την ολιγομελή «Καμεράτα» υπό τον δυναμικό Γιώργο Πέτρου. Πέρα όμως από την δυσεξήγητη ανατροπή τής σειράς των συνθέσεων και σποραδικό ρομαντικό πλατειασμό (π.χ. στο andante τού 2ου), η ακουστική τής μεγάλης αίθουσας «κατάπιε» την φύσει ανίσχυρη προβολή αυθεντικών οργάνων. Χαρακτηριστικό υπήρξε το απόκοσμο ηχητικό αποτύπωμα στο εμβληματικό 5ο κοντσέρτο, τού οποίου ακόμη και η χειμαρρώδους δεξιοτεχνίας καντέντσα έφθασε σε μάς αναιμική, παρά την προνομιούχο θέση μας στο θεωρείο 10. Πολλώ δε μάλλον ο σχεδόν ρομαντικής πρόγευσης διάλογος τού τσέμπαλου με το φλάουτο και το βιολί στο affettuoso που ακολούθησε, αντί να επιτείνει το βιωματικό αποτύπωμα τής μελωδικής ευρηματικότητας τού Μπαχ, λειτούργησε, στον τεράστιο χώρο, απλώς άνευρα και απόμακρα. Τί κρίμα!