του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Στον ιστό τής καθιέρωσης – απροσδόκητοι προβληματισμοί σε συναυλίες τής ΚΟΑ
Οι συναυλίες τής 22ας Νοεμβρίου και της 6ης Δεκεμβρίου τής Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών προβλημάτισαν εκ νέου για την κατάχρηση τετριμμένων επιθετικών προσδιορισμών σε δελτία τύπου για σολίστ και μαέστρους. Έχοντας διατηρήσει θετική προδιάθεση για την επανεμφάνιση τού αρχιμουσικού Finnegan Downie Dear μετά την περυσινή του μετάκληση, βρεθήκαμε απροετοίμαστοι για το ανεπαρκές επίπεδο προετοιμασίας τής ισόρροπης οργανικής σύμπραξης των μουσικών τής ΚΟΑ κατά την εναρκτήρια σουίτα από την όπερα «Ο Ιππότης με το Ρόδο», που ο Richard Strauss διαμόρφωσε ο ίδιος ως επισκεπτήρια κάρτα τού -και ιστορικά- εμβληματικού αριστουργήματός του. Πέραν της επιθυμητής σε μάς βραχύτερης και λιγότερο επιτηδευμένης κυοφορίας των επεισοδίων τής Σουίτας, οι επί τόπου πρώτες σημειώσεις μας επισήμαναν ανάγκη για οικονομία προβολής των χάλκινων, ενώ λίγο αργότερα δυσφορούσαμε για τον στραγγαλισμό των λοιπών ομάδων και την κατεδάφιση τής εσωτερικής ισηγορίας τους, παρατήρηση που αφορούσε και την ερμηνεία τού κοντσέρτου για βιολί σε ρε μείζονα τού Johannes Brahms με σολίστ τον όντως αδιαφιλονίκητης διεθνούς αναγνώρισης Gil Shaham. Η εκκωφαντική επικυριαρχία των κόρνων όχι μόνον ενόχλησε ακόμη και το αργό μέρος, αλλά οδήγησε -πιστεύουμε- και τον Ισραηλινής καταγωγής Αμερικανό βιολονίστα σε κενολόγο ερμηνεία με έλλειμμα εσωτερικότητας, ασφαλώς λόγω της οργανικής οχλαγωγίας, που ο Άγγλος μαέστρος επέτρεψε και στο καταληκτικό, ευφρόσυνο αλλά ιδιαιτέρως απαιτητικό, «Ισπανικό Καπρίτσιο» τού Nikolai Rimsky–Korsakov. Και εν προκειμένω, η γενικώς θορυβώδης διεύθυνση συσκότισε ακόμη και τις έξοχες επιδόσεις των ξύλινων που υπαγορεύει αυτός ο θαυμαστός συνθέτης και ενορχηστρωτής.

Με άλλου είδους προκλήσεις ήλθαμε αντιμέτωποι στην ενδιαφέροντος Αγγλόφωνου προγράμματος συναυλία, ανήμερα τής εορτής τού Αγ. Νικολάου. Στη διαδοχή ενός Στράους και ενός Ραχμάνινωφ, οι Συμφωνικοί Χοροί από το «West Side Story» τού Leonard Bernstein αποτελούν μιαν από τις τελευταίες μελοδραματικής αφετηρίας καταχωρήσεις μετά τα 4 Θαλασσινά Ιντερλούδια από τον «Πίτερ Γκράιμς» τού Μπρίττεν και ο Μιχάλης Οικονόμου τους διαχειρίσθηκε με στωική αφήγηση, αλλά και με αποθέματα ενέργειας για την swing κορύφωση τής ακολουθίας. Αντιμετωπίζουμε ανέκαθεν τον μινιμαλισμό ως διαλυτικό μέσο υδαρούς μελωδικής έμπνευσης και φρονούμε ότι η επιλογή τού σχετικά πρόσφατου (2018) 3ου από τα -προς ώρας- 4 κοντσέρτα για πιάνο τού πρωθιερέα του John Adams, υπό τον αλαζονικό τίτλο «Must the Devil Have All the Good Tunes?», αδίκησε τον φιλόπονο σολίστ Στέφανο Νάσο, ο οποίος αναλώθηκε με αφοσίωση σε παρτιτούρα μονότονης, αφόρητα ηχηρής πολυπραγμοσύνης, με χονδροειδή γραφή για το πιάνο, ακόμη και στην «πιο αργή» ανάπαυλα τού 2ου από τα 3 συνεχούς σύνθεσης μέρη.
Καθαρτήρια υπήρξε η ανάκρουση των «Enigma Variations» τού Sir Edward Elgar. Αν και εργαλείο προσωπογραφίας άγνωστων και απώτερών μας οικείων του, η μουσική ουσία αναδείχθηκε εν προκειμένω προφανής, άλλοτε σπινθηροβόλα, άλλοτε νοσταλγική, αδιάπτωτα όμως βιωματικά αφηγηματική, προορισμένη να κοινωνήσει την επιτομή μιας ευρύτερης αναφοράς στον ακροατή. Σε αυτό το πλαίσιο, που ο ίδιος ανέδειξε, ο Οικονόμου μάς χάρισε την ωραιότερη ερμηνεία τής βραδιάς!