του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Ντανιέλε Γκάττι και μαρτιάτικος Φλωρεντινός Μάης στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Με την πρώτη -μετά πανδημίαν- καλλιτεχνική περίοδο τού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών να παρουσιάζει χρονικά εντοπισμένες πυκνώσεις εκδηλώσεων στον τομέα των μουσικών μετακλήσεων προσώπων και συνόλων, η ημερολογιακή είσοδος τής άνοιξης σημαδεύθηκε από ένα ζεύγος συναυλιών με την Ορχήστρα τού Μουσικού Μαΐου τής Φλωρεντίας υπό την urbi et orbi καθιερωμένη μπαγκέτα τού Μιλανέζου Daniele Gatti. Μετράμε διπλά τις λέξεις μας διατηρώντας ζωηρή την ανάμνηση προ 20ετίας εκτενών συζητήσεών μας «παρά θίνα αλός» στο τότε καταπράσινο Μάτι με τον αείμνηστο Ταραντίνο ομότεχνο και (σχεδόν) συνεπώνυμό του Armando Gatto, όταν ο ίδιος και η Ελληνίδα σύζυγός του, η φημισμένη στην Ιταλία κολορατούρα Rena Gary Falacchi, παραθέριζαν εκεί και τίμησαν με την παρουσία τους το τραπέζι τού πατρικού εξοχικού των αναμνήσεών μας. Τότε λοιπόν, σε σχετική ερώτησή μας για ανερχόμενους νέους αρχιμουσικούς, αυτός ο ιπποτικός ανθρωπιστής τής μπαγκέτας, χαμηλών τόνων και αδιαπραγμάτευτα ακριβής στην διατύπωση των κάθε είδους απόψεών του, χωρίς δεύτερη σκέψη και αναφορά οιουδήποτε άλλου ονόματος απάντησε επί λέξει: «Il giovane Gatti»!
Η ζωηρή προσωπική ανάμνηση μάς συνόδευε κατά την προσέλευσή μας στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» (Φίλων τής Μουσικής) για την δια ζώσης αντιπαράστασή μας με τον κατά 6 περίπου μήνες νεώτερό μας αρχιμουσικό σε ένα δίπτυχο πρόγραμμα έργων Μπετόβεν υπ’ αύξοντα αριθμό 4. Μετά την τιμητική σιγή για τα θύματα της τραγωδίας των Τεμπών ακολούθησε η ελεγειακά διακριτική είσοδος τού Rudolf Buchbinder στο 4ο κονσέρτο για πιάνο, με την σκυθρωπή ατμόσφαιρα να συντηρείται από τον Ιταλό, αντισταθμιζόμενη πάντως από τη μεσογειακή θέρμη τής Ορχήστρας του MMF στην υπηρεσία τής μεγάλης α’ κίνησης που αρθρώθηκε με γαλήνια και στοχαστική εσωτερικότητα εκπέμποντας παράλληλα υποβλητικό υπαρξιακό ντετερμινισμό. Η δεξιοτεχνία του Αυστριακού παρέμεινε σεμνή θεραπαινίδα τού μουσικού μίτου και κορυφώθηκε στον απαιτητικό «αυτοσχεδιασμό», υπόδειγμα οικονομίας και ουσίας, με ένα ρέμπελο κρεσέντο από το αριστερό χέρι για το κλείσιμο τού μέρους. Η προσηκόντως ενεργητική (con moto) συνεισφορά τής Ορχήστρας στο andante επέτεινε τη διαλεκτική αυτονομία τού πιάνου απέναντί της και η ευγενική εφόρμηση τού πιανίστα στο γ’ μέρος οδήγησε σε λυτρωτικής αποφασιστικότητας φινάλε, που ο σολίστ έστεψε με ένα Impromptu τού Schubert για ανκόρ.
Η υπνωτικής υποβολής έναρξη τής 4ης συμφωνίας δεν προοιωνίσθηκε αντιστικτική διαχείριση τής εκβολής τού εισαγωγικού adagio στο allegro vivace, με το τελευταίο να επιβεβαιώνει την παλαιάς κοπής ερμηνευτική κατεύθυνση τού Γκάττι, που, όπως παλαιότερα ένας Καρλ Μπαιμ, αναγνωρίζει ως αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα την πλήρη και μουσική άρθρωση τού κάθε φθόγγου τής παρτιτούρας και μάλιστα χωρίς θυσία των επαναλήψεων. Η επιλογή αυτή όχι μόνον δεν αναίρεσε την θέση τής 4ης ως κεντρικού ηλιοστασίου μεταξύ των 9 συμφωνιών τού Μπετόβεν, αλλά αντιθέτως προσπόρισε περισσότερο χώρο για ένα συναρπαστικό adagio, εικονοκλαστικό στη δραματουργική του σύλληψη και την αγωγική μεταβλητότητα των εσωτερικών μεταβάσεων, και για μιαν ώριμης στωικότητας ολοκλήρωση με ευκρινές κατάλοιπο στο βίωμα τού θεατή…
Φλωρεντινό άρωμα Γαλλίας…
Δεν απαιτείται εμβριθής έρευνα για το εύρος των καλλιτεχνικών προσανατολισμών και επιδόσεων τού Daniele Gatti. Η αναβαπτιστική διάβασή του από ιστορικές ορχήστρες αντανακλάται και στην κατήχησή του σε ιδιωματικών αξιώσεων κεφάλαια τής Μουσικής, όπως κατ’ εξοχήν η Γαλλική, στην οποία αφιέρωσε εξ ολοκλήρου την δεύτερη από τις αθηναϊκές συναυλίες του, επικεφαλής τής Ορχήστρας τού Μουσικού Μαΐου της Φλωρεντίας. Μια επιλογή όχι απαραιτήτως ελκυστική για ένα κοινό όπως αυτό της Ελληνικής πρωτεύουσας, καταδικασμένο -καθότι για δεκαετίες εκπαιδευμένο- σε αντιπαράσταση με περιορισμένο ρεπερτόριο υπό την επίκληση της πενιχρής δημοφιλίας και ζήτησης πάμπολλων έργων που παγκοσμίως έχουν από μακρού γίνει αποδεκτά ως μέρος του οικουμενικού πυρήνα τής λόγιας μουσικής καθημερινότητας.
Η συναυλία της 2ας Μαρτίου άντλησε από την εμπειρία του Γκάττι ως τού επί οκταετίαν (2008-2016) μουσικού διευθυντή τής Εθνικής Ορχήστρας της Γαλλίας και δεκάδες ραδιοφωνικές ηχογραφήσεις, που φυλάσσονται και συχνά ανασύρονται από το αρχείο της Γαλλικής Ραδιοφωνίας, τεκμηριώνουν τα επιτεύγματα και αυτής της θητείας του. Το πρόγραμμά του στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» (Φίλων της Μουσικής) εγκαινιάσθηκε ατμοσφαιρικά με την κοσμαγάπητη «Παβάνα» σε φα δίεση ελάσσονα, έργ.50 του Gabriel Fauré, στοχαστικά ταιριαστή με τη συλλογική ελεγειακή ενσυναίσθηση μιας πένθιμης χρονικής συγκυρίας. Έστω και χωρίς την όψιμη χορωδιακή της επένδυση, η αισθαντική αυτή παρτιτούρα έτυχε μαγικά γαλήνιας φραστικής και ανάπτυξης και στοιχειοθέτησε ένα μαλακτικό πρελούδιο στην εκδήλωση.
Για όσους ανακαλούμε ζωηρά από τα εξώφυλλα δίσκων της δεκαετίας τού 1980 τον νεαρό μελαχρινό -Λατίνος γαρ- Antonio Meneses, ως προστατευόμενο νεοσσό ενός Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν στην οργανική του κατηγορία, η εμφάνιση τού ώριμου βιολοντσελίστα επί σκηνής συνοδεύθηκε από ιδιαίτερη συγκίνηση, που ενισχύθηκε από την απροκάλυπτα βαθυβίωτη ερμηνεία του στο κονσέρτο αρ. 1 του Camille Saint-Saens. Μάς εντυπωσίασε η ποιότητα και η πληρότητα του ήχου του, ο βαθύς και ηδύς λυρισμός του, που συνδυάσθηκε αθροιστικά με τη μεθοδική, αναλυτική και εύπλαστη διεύθυνση τού Ιταλού. Κρατούμε στη μνήμη την σπαρακτική επάνοδο του κύριου μουσικού θέματος λίγο πριν το τέλος του κονσέρτου, αλλά και την αναγγελία από τον σολίστ για το θεαματικό ανκόρ τού Βραζιλιάνου Heitor Villa-Lobos…
Η εξαιρετική δουλειά του Γκάττι, ως ο κύριος αρχιμουσικός τής Ορχήστρας του MMF από τον Μάρτιο τού 2022 και για μια τριετία, έλαμψε στην Ισπανικής αναφοράς τριμερή Iberia τού Claude Debussy, την δεύτερη από τις 3 Images του επιφανούς αυτού ιμπρεσιονιστή μουσουργού, μια σύνθεση εξαιρετικά πρόσφορη στην ιδιοσυγκρασία ενός μαέστρου με περισσότερο κεντροευρωπαϊκές παρά μεσογειακές ενατενίσεις. Η βραδιά ολοκληρώθηκε όπως πυροδοτήθηκε, με ένα αειθαλές σαν το -επίσης Ισπανικού συνειρμού- «Boléro» τού Maurice Ravel, ένα έργο με περίτεχνες παγίδες για τον ερμηνευτή του, όπως αποδείχθηκε και από την ακέραια αλλά διεκπεραιωτική επίδοση του Γκάττι. Αναζητείστε στο YouTube την τηλεοπτική λήψη του έτους 1983 στο Μόναχο υπό τον Sergiu Celibidache. Η αυστηρή και δαιμονική κλιμάκωση μιας βακχικής παραφοράς απ’ αυτές που αλλάζουν τη ζωή…