του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Οι δύσκολες λέξεις μιας όμορφης συναυλίας
Ένας σύγχρονος Έλληνας και δύο κεντροευρωπαίοι ρομαντικοί συνθέτες εισέφεραν έργα στην συναυλία τής 19ης Ιανουαρίου στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» (Φίλων της Μουσικής) τού Μεγάρου των Αθηνών. Τον Θάνο Μαργέτη γνωρίζαμε κυρίως από σημαντικές συνεργασίες του ως πιανίστα με ευήκοον ους για λυρικούς καλλιτέχνες, αλλά η παρουσίασή του ως συνθέτη ενός συμφωνικού ποιήματος για μεγάλη ορχήστρα αποτέλεσε ευκαιρία ριζικής ανανέωσης τής γνωριμίας. Αφ’ ενός επειδή με τον τίτλο «Υπνερωτομαχία Πολυφήμου» (έτσι υπαγορεύει η μουσικότητα τής γλώσσας τον τονισμό) σκανδάλισε τη γλωσσική μας ευαισθησία, ανατρέχοντας στην μυστικιστική και ερμητική λογοτεχνική αναφορά της «Hypnerotomachia Poliphili», έκδοση τού έτους 1499 από τον Άλδο Μανούτιο, με την πατρότητα τού έργου να ανακύπτει κρυπτογραφημένη και αποδιδόμενη στον κληρικό τής εποχής Francesco Colonna. Αφ’ ετέρου επειδή η πρώτη -urbi et orbi- εκτέλεση τής σύνθεσης από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών βρήκε στο πόντιουμ ένα αντιστοίχως δυσαπομνημόνευτο όνομα, τη Λιθουανή Izabelė Jankauskaitė, νικήτρια, μόλις το 2022, του Βραβείου «Neeme Järvi» της Μουσικής Ακαδημίας Διεύθυνσης Ορχήστρας του Ελβετικού Γκστάαντ.
Η τονικά προσανατολισμένη παρτιτούρα μεταβαίνει από την ονειρική κατάσταση, όπου πρωτοστατούν οι άρπες και η τσελέστα, στη μουσική αποτύπωση τής αγριότητας τού Κύκλωπα, με υποβλητικές κλιμακώσεις των εγχόρδων για τον εξευγενιστικό έρωτά του και την φωτερή γαλήνη που εκείνος σταδιακά εγκαθιδρύει. Οι δύο άρπες αποτέλεσαν την οργανική γέφυρα με τον «Ορφέα», 4ο από τον κύκλο συμφωνικών ποιημάτων που ο Franz Liszt συνέθεσε κατά την θητεία του ως Kapellmeister στη Βαϊμάρη, έργο που αρχικά προόρισε ως πρελούδιο αναβίωσης τού «Ορφέα και Ευρυδίκης» τού Γκλουκ. Και εδώ, όπως και στο κατά σειράν 5ο, τον συνθετικά πιο τολμηρό «Προμηθέα», η μόλις 25χρονη αρχιμουσικός απέδειξε ενσυναίσθηση για η το ιδίωμα τού Αυστροούγγρου συνθέτη, ολοκληρώνοντας ένα τρίπτυχο στιβαρών και αναλυτικών εκτελέσεων πριν το διάλειμμα.
Για το δεύτερο μέρος τής εκδήλωσης η ΚΟΑ είχε το προνόμιο φιλοξενίας τής Γεωργιανής Elisso Virsaladze για το ερμηνευτικά απατηλό, μοναδικό κοντσέρτο για πιάνο τού Robert Schumann. Μαέστρος και σολίστ ευθυγραμμίσθηκαν σε δυναμισμό για ένα πρώτο μέρος δίχως υστερορομαντικές στρεβλώσεις, με τον πιανισμό τής ώριμης μουσικού να αναδεικνύεται ευθύς και ενθουσιώδης, με δακτυλισμό άδολης, ελάχιστα επιδεικτικής δεξιοτεχνίας και μουσικότητας, αρετές που έλαμψαν ιδιαιτέρως στην απροκάλυπτα δωρική καντέντσα, με έξοχο διάλογο των δύο χεριών. Αντιθέτως, το πλέον βελούδινο toucher της επιστράτευσε η πιανίστα για τη ρομάντσα, η οποία μολαταύτα διατήρησε την αγωγική της εγρήγορση για μια συνολικά εμπροσθοβαρή ανάγνωση, με τα έγχορδα να αναλαμβάνουν τη ρομαντική επίταση τής ερμηνείας σε διαλογική αντίστιξη με το παιγνιωδώς λεπταίσθητο αποτύπωμα τού πιάνου. Σε αναλογία με τις ζωηρές ταχύτητες των προηγουμένων, η τελευταία κίνηση συνάρπασε με το δραματικό σφρίγος της αναδεικνύοντας παραλλήλως τη δαντελένια ευχέρεια πολυπραγμοσύνης των δακτύλων μιας μεγάλης κυρίας τού πιάνου, η οποία επέτυχε ρόλο κλιμάκωσης για το μέρος αυτό, που, στη διαχείριση άλλων, ακόμη και διεθνώς διακεκριμένων, συχνά εκφυλίζεται σε αμήχανη και επαναληπτική επωδό…
του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Οι δύσκολες λέξεις μιας όμορφης συναυλίας
Ένας σύγχρονος Έλληνας και δύο κεντροευρωπαίοι ρομαντικοί συνθέτες εισέφεραν έργα στην συναυλία τής 19ης Ιανουαρίου στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» (Φίλων της Μουσικής) τού Μεγάρου των Αθηνών. Τον Θάνο Μαργέτη γνωρίζαμε κυρίως από σημαντικές συνεργασίες του ως πιανίστα με ευήκοον ους για λυρικούς καλλιτέχνες, αλλά η παρουσίασή του ως συνθέτη ενός συμφωνικού ποιήματος για μεγάλη ορχήστρα αποτέλεσε ευκαιρία ριζικής ανανέωσης τής γνωριμίας. Αφ’ ενός επειδή με τον τίτλο «Υπνερωτομαχία Πολυφήμου» (έτσι υπαγορεύει η μουσικότητα τής γλώσσας τον τονισμό) σκανδάλισε τη γλωσσική μας ευαισθησία, ανατρέχοντας στην μυστικιστική και ερμητική λογοτεχνική αναφορά της «Hypnerotomachia Poliphili», έκδοση τού έτους 1499 από τον Άλδο Μανούτιο, με την πατρότητα τού έργου να ανακύπτει κρυπτογραφημένη και αποδιδόμενη στον κληρικό τής εποχής Francesco Colonna. Αφ’ ετέρου επειδή η πρώτη -urbi et orbi- εκτέλεση τής σύνθεσης από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών βρήκε στο πόντιουμ ένα αντιστοίχως δυσαπομνημόνευτο όνομα, τη Λιθουανή Izabelė Jankauskaitė, νικήτρια, μόλις το 2022, του Βραβείου «Neeme Järvi» της Μουσικής Ακαδημίας Διεύθυνσης Ορχήστρας του Ελβετικού Γκστάαντ.
Η τονικά προσανατολισμένη παρτιτούρα μεταβαίνει από την ονειρική κατάσταση, όπου πρωτοστατούν οι άρπες και η τσελέστα, στη μουσική αποτύπωση τής αγριότητας τού Κύκλωπα, με υποβλητικές κλιμακώσεις των εγχόρδων για τον εξευγενιστικό έρωτά του και την φωτερή γαλήνη που εκείνος σταδιακά εγκαθιδρύει. Οι δύο άρπες αποτέλεσαν την οργανική γέφυρα με τον «Ορφέα», 4ο από τον κύκλο συμφωνικών ποιημάτων που ο Franz Liszt συνέθεσε κατά την θητεία του ως Kapellmeister στη Βαϊμάρη, έργο που αρχικά προόρισε ως πρελούδιο αναβίωσης τού «Ορφέα και Ευρυδίκης» τού Γκλουκ. Και εδώ, όπως και στο κατά σειράν 5ο, τον συνθετικά πιο τολμηρό «Προμηθέα», η μόλις 25χρονη αρχιμουσικός απέδειξε ενσυναίσθηση για η το ιδίωμα τού Αυστροούγγρου συνθέτη, ολοκληρώνοντας ένα τρίπτυχο στιβαρών και αναλυτικών εκτελέσεων πριν το διάλειμμα.
Για το δεύτερο μέρος τής εκδήλωσης η ΚΟΑ είχε το προνόμιο φιλοξενίας τής Γεωργιανής Elisso Virsaladze για το ερμηνευτικά απατηλό, μοναδικό κοντσέρτο για πιάνο τού Robert Schumann. Μαέστρος και σολίστ ευθυγραμμίσθηκαν σε δυναμισμό για ένα πρώτο μέρος δίχως υστερορομαντικές στρεβλώσεις, με τον πιανισμό τής ώριμης μουσικού να αναδεικνύεται ευθύς και ενθουσιώδης, με δακτυλισμό άδολης, ελάχιστα επιδεικτικής δεξιοτεχνίας και μουσικότητας, αρετές που έλαμψαν ιδιαιτέρως στην απροκάλυπτα δωρική καντέντσα, με έξοχο διάλογο των δύο χεριών. Αντιθέτως, το πλέον βελούδινο toucher της επιστράτευσε η πιανίστα για τη ρομάντσα, η οποία μολαταύτα διατήρησε την αγωγική της εγρήγορση για μια συνολικά εμπροσθοβαρή ανάγνωση, με τα έγχορδα να αναλαμβάνουν τη ρομαντική επίταση τής ερμηνείας σε διαλογική αντίστιξη με το παιγνιωδώς λεπταίσθητο αποτύπωμα τού πιάνου. Σε αναλογία με τις ζωηρές ταχύτητες των προηγουμένων, η τελευταία κίνηση συνάρπασε με το δραματικό σφρίγος της αναδεικνύοντας παραλλήλως τη δαντελένια ευχέρεια πολυπραγμοσύνης των δακτύλων μιας μεγάλης κυρίας τού πιάνου, η οποία επέτυχε ρόλο κλιμάκωσης για το μέρος αυτό, που, στη διαχείριση άλλων, ακόμη και διεθνώς διακεκριμένων, συχνά εκφυλίζεται σε αμήχανη και επαναληπτική επωδό…