Χριστουγεννιάτικο Αυστριακό άρωμα από τον Σύλλογο Φίλων τής Μουσικής

33

τού Κυριάκου Π. Λουκάκου

      Ένα δύσκολο 2022 δεν μάς εμπόδισε να αναπολούμε την προχριστουγεννιάτικη εμφάνιση τής ορχήστρας δωματίου Johann Strauss Ensemble τού Δεκεμβρίου 2021, όταν ο «ιστάμενος βιολονίστας» Russell McGregor, ως ο μουσικός διευθυντής τού σχηματισμού μελών τής Ορχήστρας Μπρούκνερ τού Λιντς, ανακοίνωνε, εμφανώς συγκινημένος, ότι η -προπέρσινη πλέον- φιλοξενία τους στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ήταν η πρώτη παγκοσμίως επανεμφάνισή τους στην μετά κορονοϊό  εποχή. Όπως και τότε, έτσι και στην 1η (τής 10ης  Δεκεμβρίου 2022) από 2 συναυλίες, που διοργάνωσε με την αναμενόμενη επιμέλεια και καλαισθησία ο Σύλλογος Φίλων τής Μουσικής, η ατμόσφαιρα ακολουθούσε με σεβασμό αναλογιών το παράδειγμα τής Πρωτοχρονιάτικης συναυλίας τής Φιλαρμονικής τής Βιέννης, όχι μόνο στον ευφρόσυνα ανθηρό διάκοσμο τής αίθουσας «Χρίστος Λαμπράκης» (Φίλων τής Μουσικής), αλλά και στην ενδιαφέρουσα διαλογή μουσικών κομψοτεχνημάτων τής αυτοκρατορικής Βιέννης, που εκτέλεσαν με αίσθηση τού ύφους οι μουσικοί τής Αυστριακής Ορχήστρας.

        Συμβολικά την συναυλία εγκαινίασε η γρήγορη πόλκα «Loslassen»(1887), με την «απελευθέρωση» τού τίτλου να απηχείται στην ενέργεια τής μουσικής τού Carl Michael Ziehrer (1843-1922), ισόβιου ανταγωνιστή τής δυναστείας Στράους, με διεθνείς θριάμβους στην εποχή του και τελευταίου φορέα (από το 1909) τού τίτλου τού «Μαέστρου Χορών τής Αυλής», που καταργήθηκε με την εκθρόνιση των Αψβούργων. Διόλου τυχαία ο Τσίρερ αποχαιρέτησε το πόντιουμ στα 1899, τη χρονιά θανάτου τού Γιόχαν Στράους τού νεωτέρου, με το «Liebeslieder Walzer» (1852) τού οποίου, παρεμπιπτόντως άσχετο με την ομότιτλη σύνθεση τού Μπραμς, συνεχίσθηκε, σε λικνιστικούς επιτέλους ρυθμούς, η ενδιαφέρουσα εκδήλωση. Ήταν δημιουργία που συνέβαλε στην καθιέρωση τού νεαρού Γιόχαν και μάλιστα με αδόκητη συνηγορία τού επίφοβου κριτικού Eduard Hanslick!

     Στον βιεννέζικο κορμό τού γεγονότος ο Μακγκρέγκορ παρενέβαλε, πριν το διάλειμμα, απαιτητικές άριες από τις όπερες «Η Απαγωγή από το Σεράγι» και «Οι Γάμοι τού Φίγκαρο»  τού Μότσαρτ ως ευκαιρία σύμπραξης τής διεθνώς δραστήριας υψιφώνου Χριστίνας Πουλίτση, εισέτι σε περίοδο λοχείας. Το νοσταλγικό «Dove sono» τής Ροζίνας Αλμαβίβα γεφύρωσε μιαν ακόμη γρήγορη πόλκα τού Γιόχαν Στράους ΙΙ, υπό τον δυσχερώς μεταφράσιμο τίτλο «Leichtes Blut», σύνθεση για καρναβαλική επιθεώρηση τού έτους 1867, με την επίσης δική του «Nur fort» (Ολοταχώς,1879), ενώ το α’ μέρος κατέληξε με το «Dynamidenwalzer» (1865) τού κατά 2 έτη νεωτέρου αδελφού Γιόζεφ, θεματική παραπομπή στο περιώνυμο βαλς που ολοκληρώνει την β’ πράξη τής όπερας του Ρίχαρντ Στράους «Ο Ιππότης με το Ρόδο».

       Και στο δεύτερο κεφάλαιο τής βραδιάς ο συνδυασμός  οικείων σελίδων, όπως τα βαλς «Künstlerleben» (Ζωή των Καλλιτεχνών) και «Στον Ωραίο Γαλάζιο Δούναβη» τού διασημότερου των Στράους, με ευπρόσδεκτες σπανιότητες, όπως η γρήγορη πόλκα «Im Sturmschritt» (Τροχάδην,1871) τού ιδίου και η τρυφερή πόλκα-μαζούρκα «Frauenherz» (Γυναικεία καρδιά) τού Γιόζεφ, σελίδα που ανακρούσθηκε στην κηδεία του, εμπλουτίσθηκε με άριες από τη «Νυχτερίδα» (η δεύτερη τής Αντέλε), αλλά και τις οπερέτες «Paganini» και «Giuditta» τού  Franz Lehár, η τελευταία ως αντίδωρο στην αφρώδη διάθεση ενός καταφανώς σαγηνευμένου κοινού…