τού Κυριάκου Π. Λουκάκου
Συμμεριζόμαστε προεφηβικές αναμνήσεις τού Γιώργου Πέτρου σε σχέση με το Δημοτικό πλέον Θέατρο «Ολύμπια» στο εισαγωγικό του κείμενο επ’ ευκαιρία τής αναβίωσης τής οπερέτας «Ο Βαπτιστικός» τού Θεόφραστου Σακελλαρίδη υπό την δική του μουσική και σκηνοθετική διεύθυνση. Γιατί είναι βέβαιον ότι συνυπήρξαμε ως θεατές τής παραγωγής με πρωταγωνίστρια την ώριμη πλέον Βιβίκα τής Ανθής Ζαχαράτου, στην οποία επίσης αναφέρεται, παρεμπιπτόντως ένα ακόμη καλλιτεχνικό κεφάλαιο που απήλθε αναξιοποίητο, χωρίς να τής έχει ανατεθεί η οργάνωση πτέρυγας ελληνικής και ξένης οπερέτας στο πλαίσιο τής Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Με τον διεθνώς διακεκριμένο μαέστρο συμπίπτουμε και στην αξιολόγησή του για τον Σακελλαρίδη, που, στο ίδιο αυτό περιεκτικό κείμενο, περιγράφεται με ακρίβεια αλλά και τόλμη, έναντι άλλων Ελλήνων ομοτέχνων του, ως «μάγος της μελωδίας, εφευρετικός όσο κανείς άλλος στον χώρο της ελληνικής οπερέτας, αλλά και ένας δεινός δραματουργός».
Το σημαντικό των διαπιστώσεων αυτών είναι ότι δεν παρέμειναν σε επίπεδο θεωρητικής διατύπωσης, αλλά διαπότισαν μιαν αναβίωση, που αποτέλεσε ωρίμανση παλαιότερης επιτυχημένης για το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και ανέδειξε έτι περαιτέρω την αριστοτεχνική ύφανση τής πλοκής απελευθερώνοντας με δημιουργική φινέτσα το μαγικό στοιχείο τής ατμόσφαιρας μιας αντίστοιχα χαρακτηριστικής εποχής. Επενδύοντας σε αισθητική αναδρομή στην «Belle Époque», το θέαμα ενισχύθηκε καθοριστικά από τα σκηνικά και τα κοστούμια της Γεωργίνας Γερμανού, ακόμη πιο λειτουργικά στην εσωτερική θαλπωρή της συγκεκριμένης αίθουσας. Δόθηκε με τον τρόπο αυτό η δυνατότητα σε μια πλειάδα εκλεκτών μονωδών να αρθούν στο δραματουργικό ύψος των ενδιαφερόντων χαρακτήρων που ενσάρκωσαν, όπως χαρισματικά, ενίοτε και επίκαιρα, τούς προβάλλει ο Σακελλαρίδης. Σημαντική παράμετρος επιτυχίας του εγχειρήματος, ωστόσο, πιστώνεται στην -εκ μέρους της Δήμητρας Αντωνάκη- παράλληλη χορογραφική επιστράτευση τής Χορωδίας τού Δήμου Αθηναίων, που λειτούργησε ζωηρά σε διδασκαλία του Σταύρου Μπερή.
Το μέρος της Βιβίκας ενσάρκωσε ιδεωδώς στην πρεμιέρα (16/12) η Άννα Στυλιανάκη, οπτικό χάρμα στο υπέροχο φόρεμα εποχής και με εντέλεια τονικής πληρότητας και φραστικής άνεσης. Αλλά και η Χρύσα Μαλιαμάνη (30/12) σκιαγράφησε μιαν επίσης ολοζώντανη ηρωίδα, προσαρμοσμένη στη δική της φωνητική ταυτότητα. Με επιτυχία μοιράσθηκαν τον επίσης απαιτητικό ρόλο τής Κικής η Μαρισία Παπαλεξίου και η Μάρθα Σωτηρίου. Κοινοί σε όλες τις παραστάσεις οι ευπρόσδεκτα πολυτελείς ερμηνευτές των ανδρικών χαρακτήρων. Φωνητικά και υποκριτικά ευκίνητος και λαμπερός ο Ζαχαρούλης του Χάρη Ανδριανού, στιβαρός και γήινος ο Χαρμίδης του τενόρου Δημήτρη Πακσόγλου, με αγέρωχη εξαγγελία για τον θούριο «Ψηλά στο μέτωπο», αλλά και φλογερό λυρισμό στο μεγάλο ερωτικό ντουέτο. Με την εμβέλεια τής μουσικότητας και του θεατρικού ενστίκτου που τον χαρακτηρίζει, ο Τάσσης Χριστογιαννόπουλος ανέλκυσε τον Συνταγματάρχη από τη σφαίρα της ηθογραφικής καρικατούρας. Ο επώνυμος ρόλος πρόζας τού Βαπτιστικού Κορτάση λαξεύτηκε σταδιακά αλλά εύστοχα από τον ταλαντούχο ηθοποιό Θανάση Τσαλταμπάση. Τέλος, η διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου στόχευσε στη ρυθμική ζωηρότητα της παρτιτούρας, με τον Νίκο Λαάρη πιο ευεπίφορο σε νοσταλγικές χρονοτριβές. «Πικνίκ», «Στα Παραπήγματα» και άλλα σημαντικά «μελοδραμάτια» αναμένουν αναβίωση…