Την Πέμπτη 3 Μαΐου 2018 παρακολουθήσαμε στην αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών ένα πολυσυλλεκτικό αλλά συνεκτικό πρόγραμμα αφιερωμένο σε συνθέσεις του Γαλλικού και Γερμανικού μεσοπολέμου. Ερμήνευσε το Σύνολο Φεστιβάλ Ιονίων που εμφανίστηκε με εννέα μουσικούς και μια τραγουδίστρια σε διάφορους συνδυασμούς ανάλογα με τα έργα. Μάλιστα, συγκεκαλυμμένο μέσα στο ευρύτερο σύνολο, είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τον βιολονίστα Ιάσωνα Κεραμίδη (Καβάλα 1985), έναν από τους πιο ταλαντούχους νέους Έλληνες μουσικούς που πλέον σταδιοδρομεί κυρίως στο εξωτερικό, και από το 2013 ανήκει στην ομάδα των κοντσερτίνο της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Μονάχου.
Ο βιολονίστας ηγήθηκε του Κουαρτέτου, έργο 8 (1923) του Κουρτ Βάιλ μαζί με τους Γκρέτα Παππά, β΄ βιολί, Θανάση Σουργκούνη, βιόλα, και Μαρίνα Κολοβού, τσέλο. Αξίζει να επισημάνει κανείς ότι στο σύνολό τους οι ικανοί μουσικοί έχουν υιοθετήσει την ευρεία κίνηση όλου του σώματος κατά το παίξιμο, σε αντίθεση με την παλαιότερη αντίληψη που ήθελε τους μουσικούς των εγχόρδων μάλλον στατικούς στη θέση τους, και τα θετικά αποτελέσματα, στον ήχο και στην καλύτερη φραστική και την όλη εκφραστικότητα, ήταν φανερά. Με καλό συντονισμό και καλό ήχο απέδωσαν εύστοχα αυτήν την σύνθεση της πρώτης ωριμότητας του συνθέτη, αναδεικνύοντας τον αμφίθυμο χαρακτήρα της μεταξύ υστερορομαντισμού και νεωτερικότητας.
Δεύτερο έργο του πρώτου μέρους ήταν τα “Τραγούδια της Μαδαγασκάρης” του Μωρίς Ραβέλ, που ερμήνευσαν η μεσόφωνος Αγγελική Καθαρίου, η Ναυσικά Τζάρα, φλάουτο, Μαρίνα Κολοβού, τσέλο, και Στέφανος Νάσος, πιάνο. Στην ερμηνεία κυριάρχησε η τραγουδίστρια με την πολύ καλή άρθρωση και την κατανόηση των inflexions της γαλλικής γλώσσας, αλλά και τον όγκο της φωνής της, που δεν μπορούσε πάντοτε να αναπτυχθεί σύμμετρα προς τη μικρή αίθουσα. Πράγματι, είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που η τραγουδίστρια καλύπτει το σύνολο, το οποίο, πολύ σωστά, την υποστήριξε σε κάθε περίπτωση αποφεύγοντας επιμελώς να την ανταγωνιστεί. Η ερμηνεία της μας άφησε με τη διάθεση να την ξανακούσουμε σε μεγαλύτερη αίθουσα με ορχήστρα – άλλωστε από αντίστοιχη εμπειρία στο ΜΜΘ στις 26 Οκτωβρίου του 2016 είχαμε αποκομίσει πολύ θετική εντύπωση.
Το δεύτερο μέρος άνοιξε με τους Joueurs de flûte του Αλμπέρ Ρουσσέλ. Αν και αναφέρεται σε πολλούς πλαγιαυλητές, παίζεται από έναν μόνο (ή, έστω, από έναν σε κάθε ένα από τα τέσσερα κομμάτια που το αποτελούν), εν προκειμένω την Ναυσικά Τσάρα, με συνοδό στο πιάνο τον Στέφανο Νάσο. Το έργο είναι από τα πιο δημοφιλή του ρεπερτορίου για φλάουτο, αλλά όχι κατανάγκην γνωστό στο ευρύτερο, ακόμα και στο ενημερωμένο, κοινό, οπότε η αναγραφή του τίτλου και του περιεχομένου καθενός από τα τέσσερα προγραμματικά κομμάτια θα ήταν χρήσιμο βοήθημα για την καλύτερη και πληρέστερη ακρόαση. Φροντισμένη και λεπταίσθητη, η ερμηνεία των δύο μουσικών έγειρε περισσότερο προς την φευγαλέα ιμπρεσιονιστική γοητεία παρά προς μία πιο περιγραφική προσέγγιση.
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με το Κουιντέτο για κλαρινέτο του Πάουλ Χίντεμιτ στην αρχική εκδοχή του, η οποία ορθώς επιλέχτηκε, αφού η δεύτερη αναθεωρημένη εκδοχή ανάγεται στη μεταπολεμική περίοδο. Δόθηκε σε σύνθεση Φαίδων Μηλιάδης, α΄ βιολί, Ιάσων Κεραμίδης, β΄ βιολί, Θανάσης Σουργκούνης, βιόλα, Μαρία Ανισέγκου, τσέλο, και Σπύρος Τζέκος, κλαρινέτο. Αν και έργο είναι απολύτως σύγχρονο με αυτό του Βάιλ που ακούσαμε στην αρχή, είναι σαφώς πιο μοντερνιστικό. Χαρακτηριστική είναι η προσπάθεια επιστροφής σε πρωτογενείς λαϊκούς γερμανικούς χορούς “λαίντλερ”, οι οποίοι έχουν στο παρελθόν απασχολήσει συνθέτες όπως ο Χάυντν ή ο Σούμπερτ, χωρίς όμως την διαμεσολάβηση της κλασικορομαντικής παράδοσης, διάσταση που αναδείχθηκε πολύ σωστά από τους ερμηνευτές. Έμφαση δόθηκε στην ίδια την φυσική υπόσταση του ήχου του κλαρινέτου, έξοχα ερμηνευμένου από τον Τζέκο, που σε ορισμένα σημεία φαίνεται να προαναγγέλλει την αντίστοιχη χρήση του στο πολύ μεταγενέστερο “Κουαρτέτο για την συντέλεια του χρόνου” του Ολιβιέ Μεσιάν.