Με διαφορά μηνός παρακολουθήσαμε δύο δημοφιλείς όπερες του Gaetano Donizetti, την κωμική «Το Ελιξήριο του Έρωτα» (10/02/2018) και την σοβαρή «Λουκία του Λάμμερμουρ» (14/03/2018), αμφότερες ναυαρχίδες της επίδοσης ενός δημιουργού που δεν παύει να μάς εκπλήσσει με την πλησμονή της μελωδικής έμπνευσης και με τη δραματουργική αποτελεσματικότητα των έργων του. Η αναμετάδοση υψηλής ευκρίνειας του πρώτου τίτλου επιβεβαίωσε την αδιάπτωτη απήχησή του στη Μετροπόλιταν Όπερα, 114 χρόνια μετά την εκεί πρεμιέρα του. Παραλλήλως ενίσχυσε την πεποίθησή μας ότι ο Μπεργκαμάσκος αναδεικνύεται, πέραν του ούτως ή άλλως «θείου» Μότσαρτ, ως ο συνθέτης ο οποίος κατ’ εξοχήν από τους συγχρόνους του εμβαθύνει με τέτοια αληθοφάνεια, πολυεδρικότητα και ευαισθησία στην ψυχολογία χαρακτήρων του κωμικού είδους, ευεπίφορου σε στερεότυπα. Αυτή του η ιδιαίτερη δεινότητα αποβαίνει ακόμη προφανέστερη, όταν η σκηνοθεσία δεν επιχειρεί «αποδόμηση» έργου και χαρακτήρων, αφού μάλιστα ο λιμπρετίστας Felice Romani εισάγει έγκαιρα, περίτεχνα και υπαινικτικά τα ετερόκλητα κλειδιά της αίσιας έκβασης. Με αυτά τα δεδομένα η Μετ ευτύχησε να εμπιστευθεί την παραγωγή της στον Bartlett Sher, ορμώμενο εκ Broadway και ήδη επιτυχημένο στο λυρικό πεδίο.
Το σκηνικό (Michael Yeargan) ανέπνεε ατμοσφαιρικά ανάμεσα σε ένα αγροτικό κι ένα αστικό τοπίο του 1836, της εποχής δηλαδή του Ιταλικού Ξεσηκωμού, και υποστηρίχθηκε τόσο με πολύχρωμα, φαντασμαγορικά κοστούμια μονωδών και πλήθους (Catherine Zuber), όσο και με γαργαλιστικά πιάτα γνωστής αλυσίδας εστιατορίων για το επί σκηνής λουκούλλειο γεύμα του γάμου στη β’ πράξη. Σε αυτό το βιώσιμο περιβάλλον άνετης λειτουργίας των εξαίρετων πρωταγωνιστών λειτούργησε προσθετικά η χαμογελαστή και ευήκοη σε αυτούς μουσική διεύθυνση του πρωτοεμφανιζόμενου εδώ 38χρονου Βενεζουελανού Domingo Hindoyan, παρεμπιπτόντως συζύγου της πολύ ενεργής εφέτος στη Μετ υψιφώνου Σόνια Γιόντσεβα.
Κατακτώντας σταδιακά τα μυστικά του μπελκάντο, η υψίφωνος Pretty Yende, εμβληματική για τη λυρική χειραφέτηση της έγχρωμης πλειονότητας της Νοτίου Αφρικής, υποδύθηκε μιαν Αντίνα όσο όμορφη υπόσχεται το όνομά της, ασυνήθιστα δυναμική και πειστικά ευάλωτη μετά την ανατροπή των συναισθηματικών συσχετισμών υπέρ του απλοϊκού Νεμορίνο. Αν όμως η χθεσινή υπότροφος των Operalia του Πλάθιντο Ντομίνγκο μάς εντυπωσίασε με τη γραμμή και την εκφραστικότητα του τραγουδιού της, κυριολεκτικά στερεύουμε υπερθετικών για τη μουσική φωτοσκίαση και τη θεατρική φυσικότητα του παρτεναίρ της Matthew Polenzani. Αίροντας το βαρύ φορτίο της διαδοχής, στη συγκεκριμένης σκηνή, των Καρούζο, Τζίλι, (Φερούτσο) Ταλιαβίνι, Παβαρόττι και Καρρέρας, ο Αμερικανός μάς συνάρπασε με τη συνολική σύνθεση της προσωπογραφίας του, τη σχολή του τραγουδιού, την ιδιωματική μελισματική ιδιοποίηση του κειμένου, τον πιστευτό αυθορμητισμό των αλλεπάλληλων προσαρμογών του στις καταστάσεις που τον μετατρέπουν από ερωτικό άθυρμα της Αντίνα σε περιζήτητο θήραμα των θηλυκών του χωριού. Το επίπεδο που κατέγραψε ο Πολεντσάνι, χωρίς να διαθέτει το άμεσα αναγνωρίσιμο ηχοχρωματικό πλεονέκτημα προκατόχων του, επισφραγίζει την καρποφορία του συστήματος μουσικής εκπαίδευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, που διαπλάθει αξιακά προσήλυτους στην καλή ερμηνευτική παράδοση και ζηλωτές της εμβάθυνσης στη μελέτη. Διακρίνουμε δε ήδη αξιοσημείωτους καρπούς στην πορεία διαμόρφωσης συνθηκών αυτάρκειας της Μετ σε διεθνούς κύρους αυτόχθονες διανομές, ως ασφαλές για την ίδια αντίβαρο στον διαχρονικό κοσμοπολιτισμό της.
Ευτυχής υπήρξε και η μετάκληση του Ιταλού debutant Davide Luciano για το μέρος του Μπελκόρε. Ο απολαυστικός λοχίας του 31χρονου βαρυτόνου επιδίωξε, χωρίς ενοχλητική αμφισβήτηση της κατά βάθος καλοκαρδίας του ονόματός του, μια πιο ανθρωπομορφική ψυχολογική συγκρότηση για τον μεσογειακά αναγνωρίσιμο ένστολο φανφαρόνο macho, που γνωρίζει να επιτίθεται ακάθεκτος, αλλά και να υποχωρεί με αξιοπρέπεια, όταν διαφαίνεται η ήττα. Υπαίτιος μόχλευσης της δράσης ήταν ο πλανόδιος Δρ. Ντουλκαμάρα, σε μιαν έμπειρη και γεμάτη ευρήματα ενσάρκωσή του από τον επίσης Ιταλό βαρύτονο Ildebrando d’ Arcangelo. Ο καθιερωμένος ως γόης της όπερας καλλιτέχνης ανίχνευσε μια σαγηνευτικά επικίνδυνη, διονυσιακή πτυχή στην προσωπικότητα του καταλυτικού αγύρτη. Στο τέλος αυτής της παράστασης όλοι συνομολογήσαμε τη μέθη μας από το λυτρωτικό «μπορντώ» του ελιξηρίου του, ως πρόσχημα υποστολής αναστολών και αποενοχοποίησης συναισθημάτων…