Για 3η χρονιά
Κείμενο: Αύγουστος Στρίντμπεργκ
Σκηνοθεσία – Eπιμέλεια Κίνησης – Σχεδιασμός Φωτισμών: Βάσια Βασιλείου
Μετάφραση: Πέλος Κατσέλης, εκδόσεις «Δωδώνη»
Πρωτότυπη Μουσική: Φίλιππος Περιστέρης
Φωτογραφίες: Σπύρος Στελιανέσης
Παραγωγή: «Θεατρική Σκηνή Ντουέντε»
Ερμηνείες: Βάσια Βασιλείου (Δεσποινίς Τζούλια), Γιάννης Τσούκας (Ζαν), Εύστα Σαχλά (Κριστίν)
«Δεσποινίς Τζούλια»: νατουραλιστικό* θεατρικό έργο του Αυγούστου Στρίντμπεργκ, γραμμένο το 1888. Η υπόθεση εξελίσσεται στο κτήμα ενός κόμη, στη Σουηδία, την παραμονή του θερινού ηλιοστασίου, όταν τιμούν τον Αϊ-Γιάννη (Πρόδρομο), τον Κλήδονα. Η Τζούλια, κόρη του κτηματία, συναναστρέφεται με τον μορφωμένο, πολυταξιδεμένο και γλωσσομαθή υπηρέτη Ζαν. Το γεγονός διαδραματίζεται στην κουζίνα του αρχοντόσπιτου, όπου η μνηστή του Ζαν, υπηρέτρια Κριστίν, μαγειρεύει και ορισμένες φορές κοιμάται. Σιγά σιγά, η σχέση ανάμεσα στην Τζούλια και στον Ζαν αναπτύσσεται κι εκφράζονται έντονα συναισθήματα, φτάνοντας σε ερωτική συνεύρεση. Στη συνέχεια, οι δυο εραστές κάνουν σχέδια απόδρασης, αλλά οι συζητήσεις τους φτάνουν σε αδιέξοδο και συγκρούονται. Παρά το πάθος που ζήσανε, η Τζούλια μετανιώνει. Τότε, ο επίσης μετανιωμένος Ζαν την πείθει να…
Σχόλιο της σκηνοθέτιδας: «Το βρώμικο μυστικό της ανθρώπινης φύσης είναι ότι βρίσκεται υποδουλωμένη στις έμφυτες επιθυμίες της, που συνήθως είναι ανεπιθύμητες, και δε χωράνε στην πραγματικότητα της. Αν υποθέσουμε, για μια στιγμή, ότι ο άνθρωπος υποκύπτει σε κάποιες από αυτές, ο κίνδυνος που ελλοχεύει είναι μεγάλος. Η τολμηρή ή απλώς επιπόλαιη επιλογή της απαλλαγής από τον ίδιο τον εαυτό του, με αφορμή τη στεγνή ικανοποίηση κάποιου νεογέννητου ονείρου, είναι η γέφυρα που οδηγεί την ύπαρξη στην πιο σκοτεινή της πλευρά. Η ελεύθερη πτώση στο κενό φαντάζει δελεαστική, χωρίς να μαρτυράει πως στάζει αίμα. Η απόσταση από το πριν, το τώρα και το μετά εκμηδενίζεται μέσα στον πυρετό της στιγμής η οποία δεν συγχωρεί και δεν υπόσχεται ομαλή επαναφορά.
Ευλόγως μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος/α, για ποιον λόγο να παρακολουθήσει ένα έργο το οποίο έχει ανέβει στις θεατρικές σκηνές πολλές φορές. Η απάντηση είναι απλή, μα διόλου απλοϊκή. Όταν έχει κανείς την τύχη να καταπιαστεί με ένα μεγαλοφυή συγγραφέα σαν τον Α. Στρίντμπεργκ, ώστε να χτίσει ένα θεατρικό σύμπαν, το υλικό είναι ανεξάντλητο και ο λόγος είναι ότι οι μεγάλοι συγγραφείς έγραψαν, παρατήρησαν και παθιάστηκαν με το ίδιο το ανεξάντλητο, την ανθρώπινη φύση».
Είναι γνωστό πως ο Στρίντμπεργκ θεωρείται ανατόμος ψυχών και χαρακτήρων. Επίσης, στα έργα του, είναι ολοφάνερη η διαρκής πάλη αντιθέτων πλευρών, η σύγκρουση του καλού και του κακού, στοιχεία που τον κατατάσσουν στους κορυφαίους δραματουργούς. Με αυτά τα δεδομένα, είναι θέμα της σκηνοθεσίας η ανάδειξη των έργων του, καθώς αυτά γράφτηκαν και αφορούν κοινωνίες του προπερασμένου αιώνα. Εν προκειμένω, η Βάσια Βασιλείου, χρησιμοποιώντας τη ζουμερή μετάφραση του Πέλου Κατσέλη και αξιοποιώντας την ωραία μουσική του Φίλιππου Περιστέρη, δημιούργησε μια συγκλονιστική παράσταση, έχοντας και την ευθύνη κίνησης και φωτισμών. Ακριβώς με τον σχεδιασμό της κίνησης και των φωτισμών, οι θεατές παρακολουθούν ένα έργο υψηλής τέχνης, που αναδεικνύει όχι μόνο τους χαρακτήρες των ηρώων αλλά και την ένταση του περίτεχνου αυτού δράματος. Σκηνικό: ένας κλειστός χώρος κι ένα στενόμακρο τραπέζι… μα όταν σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί το μεγάλο ταλέντο, ένα τραπέζι μπορεί να γίνει τα πάντα και πάνω του να συμβούν τα πάντα. Η παράσταση αποδίδεται με μικρές επί μέρους εικόνες, φωτογραφικο-θεατρικά ενσταντανέ, που συνθέτουν ένα θαυμάσιο ποίημα, καθώς Ποίηση είναι το Θέατρο. Ατμόσφαιρα που συναρπάζει και ολοκληρώνεται με τις αξιοθαύμαστες ερμηνείες των ηθοποιών: Βάσιας Βασιλείου, Γιάννη Τσούκα, Εύστας Σαχλά, με τους δύο πρώτους, ως ανθρωπο-αιλουροειδή, σωστά ζωώδη αγρίμια, με ανεξέλεγκτα ένστικτα, όπως είναι ο ερωτικός πόθος, να συναρπάζουν, και την τελευταία να εξισορροπεί, επιτυχώς, τα «δυο άγρια θηρία», έως το τέλος, το οποίο δεν αποκαλύπτω, για ευνόητους λόγους. Πολύ μοντέρνα και πρωτοπόρα σκηνοθεσία, με υπέροχο αποτέλεσμα. Δικαίως, οι θεατές καταχειροκρότησαν όλους τους συντελεστές, στο τέλος, επευφημώντας τους. Θερμά συγχαρητήρια!
Διάρκεια: 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Κυριακή στις 19:30, Δευτέρα στις 20:30
Εισιτήρια: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/despoinis-tzoulia-3os-xronos/
Τιμές εισιτηρίων: 15€ (κανονικό) | 12€ (μειωμένο)
«Καφεθέατρο»
Κοδριγκτώνος 2, Αθήνα 104 34
Τηλέφωνο: 698 730 1619
*Το λογοτεχνικό ρεύμα του Νατουραλισμού αναπτύχθηκε στη Γαλλία, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, κυρίως με τα έργα του Εμίλ Ζολά (Émile Zola, 1840 – 1902). Η νατουραλιστική γραφή και θεματολογία είναι εξέλιξη της ρεαλιστικής και έχει πολλά κοινά σημεία με αυτήν, αφού ξεκινά, όπως και η ρεαλιστική, από την επιθυμία της απεικόνισης της πραγματικότητας με ακρίβεια και χωρίς ωραιοποίηση, αλλά διαφέρει ως προς το φιλοσοφικό υπόβαθρο, καθώς οι νατουραλιστές συγγραφείς πιστεύουν ότι η συμπεριφορά του ανθρώπου οφείλεται σε παράγοντες κληρονομικότητας, περιβάλλοντος και στιγμιαίας αντίδρασης, με αποτέλεσμα οι ήρωες των έργων τους να παρουσιάζονται ως άτομα που ενεργούν με βάση τα ένστικτα (κυρίως την πείνα και τη σεξουαλική επιθυμία) και υπό την επίδραση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών. Τα νατουραλιστικά έργα ξεχωρίζουν και για το τραγικό τέλος κάποιου από τους κεντρικούς τους ήρωες.
Νίκος Μπατσικανής, ποιητής, συγγραφέας, κριτικός Θεάτρου,
μέλος τής Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών
Αύγουστος (Όγκουστ) Στρίντμπεργκ (August Strindberg, 1849 – 1912): πολυγραφότατος Σουηδός θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος και ζωγράφος.
Γεννήθηκε στη Στοκχόλμη (τέταρτο παιδί από τα έντεκα της οικογένειας), από μικροαστό πατέρα και μητέρα που ήταν παραδουλεύτρα της οικογένειας Στρίντμπεργκ. Μετά τον πρόωρο θάνατο της μητέρας, ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε τη νεαρή γκουβερνάντα των παιδιών του. Μεγαλωμένος μέσα στη μιζέρια και στις στερήσεις, καταπιεσμένος από την κακότητα της μητριάς του, έγινε ένα παιδί υπερευαίσθητο και αντιδραστικό, οξύθυμο και καχύποπτο. Από τα πικρά αυτά βιώματα της παιδικής ηλικίας του, δεν θα κατορθώσει να απαλλαγεί ποτέ «ο γιος της δούλας».
Το 1867 γράφεται στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλας κι αργότερα συνεχίζει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις βιοποριστικές ανάγκες του, δοκιμάζει, δίχως επιτυχία, να γίνει ηθοποιός. Εγκαταλείποντας κι αυτό το σχέδιο, γράφεται και πάλι στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Στο μεταξύ, αρχίζει να γράφει σύντομα θεατρικά έργα και το 1871 δημοσιεύει την τραγωδία «Στη Ρώμη». Κερδίζοντας κάποιο χρηματικό έπαθλο από τον βασιλιά Κάρολο Ε’ της Σουηδίας (Karl XV, 1826 – 1872), για ένα ρομαντικό έργο του, εγκαταλείπει οριστικά τις σπουδές του, το 1872, και αφιερώνεται στη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία.
Το 1872 απορρίφθηκε, από τους εκδότες του κι από τα θέατρα, το πρώτο σημαντικό δράμα του «Ο Κυρ-Όλοφ», που είχε ως συνέπεια ο Στρίντμπεργκ να φτάσει στα πρόθυρα της τρέλας. Κατορθώνει, όμως, να αντιδράσει και διορίζεται, το 1874, υπάλληλος στη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Στοκχόλμης, όπου παραμένει μέχρι το 1882, μελετώντας φιλοσοφία, προσπαθώντας να μάθει την κινέζικη γλώσσα και γράφοντας το πρώτο νατουραλιστικό κοινωνικό μυθιστόρημα στα Σουηδικά, το «Κόκκινο Δωμάτιο» (1879), μια σάτιρα της σουηδικής κοινωνίας και των χαλαρών ηθών της εποχής του. Στην περίοδο αυτήν ερωτεύεται και παντρεύεται (1877) τη Φιλανδή βαρώνη και ηθοποιό Σίρι φον Έσσεν (Sigrid “Siri” von Essen, 1850 – 1912), η οποία χώρισε, για χάρη του, τον πρώτο άντρα της. Από τον γάμο τους γεννιούνται τρία παιδιά.
Με αφορμή το έργο του «Νέο Βασίλειο» (1881), κριτική της κοινωνικής ζωής στη Σουηδία μετά τις κοινοβουλευτικές μεταρρυθμίσεις του 1865, εγκαταλείπει τη θέση του βιβλιοθηκαρίου και αναγκάζεται να μεταναστεύσει, με την οικογένειά του, και να ζήσει για αρκετά χρόνια σε: Γαλλία, Γερμανία, Ελβετία και Ιταλία (1882 – 1889). Στο διάστημα αυτό δημοσιεύει μια συλλογή με ρεαλιστικά διηγήματα γύρω από τον γάμο, τους «Παντρεμένους» (1884). Το έργο κατάσχεται κι ο εκδότης δικάζεται για βλασφημία, αλλά η δημοτικότητα του Στρίντμπεργκ απογειώνεται, κάτι που τον κάνει να επιστρέψει στην πατρίδα του και να αναλάβει όλη την ευθύνη για το βιβλίο του. Αθωώνεται από το δικαστήριο και την επόμενη χρονιά (1886) δημοσιεύει μια δεύτερη, ακόμα πιο καυστική συλλογή με διηγήματα, με τον τίτλο και πάλι «Παντρεμένοι», με έντονα στοιχεία μισογυνισμού και αντιφεμινισμού, που είναι πολύ γνώριμα στα κατοπινά θεατρικά έργα του.
Το 1886, ο Στρίντμπεργκ γράφει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του «Ο γιος της δούλας». Κατά την περίοδο 1880 – 1885 εμφανίζει τάσεις επαναστατικού σοσιαλισμού, όπως δείχνουν και τα διηγήματά του, με τον τίτλο «Ουτοπίες πάνω στη γη» (1885). Μετά την περίοδο αυτή στρέφεται όλο και περισσότερο σ’ ένα φιλελεύθερο συντηρητισμό και, από το 1890, εγκαταλείπει οριστικά το ουτοπικό σοσιαλιστικό του όραμα.
Ο γάμος του συγγραφέα με τη Σίρι φον Έσσεν στάθηκε για λίγα χρόνια ευτυχισμένος. Αυτό οφείλεται βασικά και στις συγγραφικές επιτυχίες του Στρίντμπεργκ στο διάστημα αυτό. Δεν άργησαν οι ζήλιες και οι καβγάδες ανάμεσα στο ζευγάρι. Ο ποιητής ζει μια έντονη εσωτερική περιπέτεια, που τρέφει τον μισογυνισμό του και την απέχθειά του για τον γάμο και την οικογένεια. Αποτέλεσμα ήταν το διαζύγιο, το 1891. Από τότε, η ζωγραφική τού έγινε μια λυτρωτική εκτόνωση.
Η «μάχη των φύλων», ως μια προαιώνια και αδιάλειπτη μονομαχία άντρα και γυναίκας, βρίσκει την πλήρη έκφρασή της στα έργα του Στρίντμπεργκ: «Ο πατέρας», (1887), «Οι σύντροφοι» (1888), «Δεσποινίς Τζούλια» (1888), «Οι δανειστές» (1888), «Ο δεσμός» (1893) και «Ο χορός του θανάτου» (1901), καθώς και στα αυτοβιογραφικά του μυθιστορήματα. Όπως έγραψε σε θεατρικό του σημείωμα ο Άγγελος Τερζάκης: «Η γυναίκα θ’ ασκήσει πάνω στη ζωή του Στρίντμπεργκ μια αλλόκοτη και αντιφατική έλξη… Έχει συνειδητοποιήσει, όσο κανένας άλλος, το δραματικό, το σχεδόν μοιραίο βάρος του θηλυκού στοιχείου μέσα στη ζωή… Έβλεπε στην πάλη άντρα – γυναίκας μιαν αναμέτρηση, που παίρνει διαστάσεις φυσικού νόμου».
Πολλά από τα έργα του Στρίντμπεργκ, που αναφέρονται στην πάλη των δύο φύλων, είναι αριστουργήματα ψυχολογικής ανάλυσης. Έχει γράψει θεατρικά έργα κάθε σχολής: ρεαλισμός, νατουραλισμός, συμβολισμός, ιστορικό δράμα, ονειρόδραμα, εξπρεσιονισμός. Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι, στην ίδια περίοδο με τα προσωπικά του δράματα, έγραψε, μετά το 1899, και μια σειρά από ρεαλιστικά ιστορικά έργα: «Γουσταύος Βάζα», «Ερρίκος ΙΔ’», «Κάρολος ΙΒ», «Βασίλισσα Χριστίνα», καθώς και το άκρως νατουραλιστικό δράμα «Ο χορός του θανάτου».
Από το 1892, ο Στρίντμπεργκ περιπλανιέται και πάλι στην Ευρώπη. Το 1893 γνωρίζει, στο Βερολίνο, και παντρεύεται τη νεαρή Αυστριακή συγγραφέα και μεταφράστρια Φρίντα Ουλ (Friederike Uhl, 1872 – 1943). Γίνεται πατέρας για τέταρτη φορά. Και ο δεύτερος αυτός γάμος κατέληξε σε διαζύγιο. Ύστερα από δύο γάμους και δύο διαζύγια, το βασανισμένο πνεύμα του βρίσκει καταφύγιο στον μυστικισμό, του Σουηδού θεολόγου, φιλοσόφου, επιστήμονα κι εφευρέτη Εμάνουελ Σβέντενμποργκ (Emanuel Swedenborg, 1688 – 1772). Είχε προηγηθεί η πνευματική του κατάρρευση, από τον καιρό που έμαθε πως ο Νίτσε (με τον οποίο αλληλογραφούσε) παραφρόνησε. Ο Στρίντμπεργκ έφτασε στο απόγειο της κρίσης στο Παρίσι, στα 1895 – 1896. Κλείστηκε σε ιδιωτικό σανατόριο, για να βρει την ψυχική του γαλήνη. Η υγεία του αποκαταστάθηκε σύντομα, μα δεν μπόρεσε να αποβάλλει τις ψυχικές ιδιορρυθμίες του. Στα έργα του, της περιόδου αυτής, κυριαρχεί μια τάση μυστικιστική, μαζί και μια θρησκευτική ευαισθησία. Η δραματική τριλογία του «Προς τη Δαμασκό», που γράφτηκε ανάμεσα στα 1898 και 1904, είναι έργο ονειρικό – συμβολικό, όπου, ο συγγραφέας, μέσα από τη θρησκευτική πίστη, οδηγεί τον άνθρωπο στη θριαμβική σωτηρία. Στην παράξενη κωμωδία του «Υπάρχουν εγκλήματα και εγκλήματα», που δημοσιεύτηκε το 1899, οι αγωνίες που βασανίζουν την αμαρτωλή σκέψη βρίσκουν τη λύτρωση στο «ανώτερο δικαστήριο» του πνεύματος. Στο «Πάσχα» (1900) κυριαρχεί το χριστιανικό μήνυμα της αγάπης, που λυτρώνει από τους πόνους και τις οδύνες της ενοχής.
Την εξωτικής ομορφιάς Σουηδo – Νορβηγίδα ηθοποιό Χάριετ Μπόσε (Harriet Sofie Bosse, 1878 – 1961), που ερμήνευσε τον ρόλο της ηρωίδας στο «Πάσχα», όταν το έργο παίχτηκε στη Στοκχόλμη, τη Μεγάλη Πέμπτη του 1901, την ερωτεύτηκε ο Στρίντμπεργκ και την παντρεύτηκε την ίδια χρονιά. Ένας τρίτος γάμος κι ένα ακόμα παιδί. Ζωή βασανιστική και ανυπόφορη. Και ένα τρίτο διαζύγιο στα 1904. Η προσωπική δυστυχία και οι συνακόλουθες έμμονες ιδέες και μια απαισιοδοξία για τη ζωή αντανακλώνται, κάτω και από την επίδραση της υπαρξιακής σκέψης του Δανού φιλοσόφου, θεολόγου, λογοτέχνη, υπαρξιστή Σαίρεν Κίρκεγκωρ (Aabye Kierkegaard, 1813 – 1855), στα επόμενα δράματά του, όπως στην απαισιόδοξη «Σονάτα των Φαντασμάτων» (1907), μια εξπρεσιονιστική ανάλυση της ανθρώπινης δυστυχίας. Αλλά και με το «Ονειρόδραμα» (1902), μια συμβολική φαντασιοκοπία της ανθρώπινης ύπαρξης, ο Στρίντμπεργκ ελευθερώνει το νεώτερο δράμα από τα δεσμά του νατουραλισμού, προμηνώντας τα έργα επερχόμενων συγγραφέων.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, η μοναξιά του, μετά τους τρεις αποτυχημένους γάμους του, γίνεται μαρτυρική. Συνδέεται με τη νεαρή Σουηδή ηθοποιό Φάννυ Φάλκνερ (Fanny Falkner, 1890 – 1963), γνωρίζοντας, επιτέλους, κοντά της, μια ήρεμη κι ευτυχισμένη ζωή. Το 1912, στα 63 χρόνια του, πεθαίνει στη Στοκχόλμη, από καρκίνο του στομάχου. Το σπίτι που έζησε ο Στρίντμπεργκ, ο «γαλάζιος πύργος», βρίσκεται στη Στοκχόλμη. («Βικιπαίδεια», απόσπασμα)