Κρατική Ορχήστρα Αθηνών με ονομαστές μετακλήσεις στο Ηρώδειο

35

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

Κρατική Ορχήστρα Αθηνών με ονομαστές μετακλήσεις στο Ηρώδειο

       Βαρύ το ιστορικό μετακλήσεων τής Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, ήδη από τις εσοδείες τού παρελθόντος της ως Ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών, εν αναφορά προς τις εμφανίσεις της στο πλαίσιο τού Ηρωδείου.  H συναυλία τής 2ας Ιουλίου συγκέρασε εύστοχα τη διεθνή αναγνώριση των φιλοξενούμενων, σολίστ και αρχιμουσικού, με την «εθνική» αποστολή προώθησης της γηγενούς λόγιας μουσικής δημιουργίας. Ακόμη και χωρίς το   renommée ενός Κάραγιαν, που είχε κοσμήσει το Ωδείον ήδη το σκοτεινό 1939, ο συνδυασμός τού ώριμου βιολοντσελίστα Misha Maisky με τον 36χρονο ομότεχνό του και μαέστρο Lionel Bringuier αποτελούσε εγγύηση μιας σφαιρικά ενδιαφέρουσας εκδήλωσης. 

Παιδί θαύμα μουσικής οικογένειας, νικητής διεθνών διοργανώσεων, με προαγωγή στη θέση τού πρώτου αρχιμουσικού τής Φιλαρμονικής τού Λος Άντζελες ως poulaine ενός Salonen κι ενός Dudamel, ο Μπρενγκιέ είδε την «ραγδαία άνοδό» του να ανακόπτεται το 2016 με το σιβυλλικό, κοινή συναινέσει, «διαζύγιό» του από την Ορχήστρα Tonhalle τής Ζυρίχης. Την τέχνη του έθεσε εν πρώτοις στη δοκιμασία του αθηναϊκού κοινού με την «Εισαγωγή σ’ ένα δράμα» τού Αντιόχου Ευαγγελάτου, ατμοσφαιρικό εναρκτήριο λάκτισμα ελληνότροπου οριενταλισμού. Υπό τη λεπτοδουλεμένη διεύθυνση τού Γάλλου η ΚΟΑ ήχησε εξ αρχής μεταμορφωμένη, με ευτυχή ένταξη των οργανικών ομάδων στη συνολική εικόνα, τόσο στις διθυραμβικές συνηχήσεις τών χάλκινων όσο και στις βουκολικές, δροσοστάλαχτες παραγράφους μιας παρτιτούρας που επιπλέον κατέδειξε την κλάση τού συνθέτη ως ενορχηστρωτή.

Κεντρικό έργο τής βραδιάς, πριν το διάλειμμα, ήταν το κονσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα έργον 104 τού Τσέχου Antonín  Dvořák  σε μιαν αναμενόμενα υψηλής ανάλυσης ερμηνεία. Η νευρώδης ανάκρουση τής ορχηστρικής εισαγωγής οδήγησε σε μιαν αντιστοίχως δυναμική είσοδο του οργάνου για μιαν ανάγνωση αξιοσημείωτων διαλεκτικών εντάσεων, με εξαιρετικά προβεβλημένα ξύλινα και βαρυσήμαντα χάλκινα σε ρόλο οιονεί τσαϊκοφσκικού πεπρωμένου. Η ένταση τής «συνομιλίας» σολίστ και ορχήστρας, σε συνδυασμό με την άρνηση τού Μάισκυ να παραδοθεί στον πηγαίο μελωδισμό τής γραφής, τους συνεχείς φραστικούς μορφασμούς και την ανίσχυρη προβολή τού ήχου του στον ασκεπή ανοιχτό χώρο,  υπονόμευσαν εν τέλει την καντιλένα τού αργού μέρους, ενώ και η άτεγκτη ρυθμική ακαμψία τού  γ’ απέτυχε να εισφέρει λυτρωτική κατάληξη σε αυτό το αδιαφιλονίκητο ρομαντικό αριστούργημα.  

Η συναυλία ολοκληρώθηκε με την πολυαναμενόμενη 2η συμφωνία, σε μι ελάσσονα, την επιτυχέστερη και πλέον οικεία από τις 3 τού Sergei Rachmaninov. Το ευρύ και ακανθώδες στην ανάπτυξή του allegro moderato απαιτεί ιδιαίτερη διαχείριση των ενδιάμεσων κορυφώσεων τής μουσικής. Ήδη όμως από το εισαγωγικό του largo ο υπερβολικός έλεγχος στέρησε από τα έγχορδα την αναγκαία μέθη για την υπηρέτηση των μεγάλων μελωδικών τόξων, παρά τις εξαίρετες σημειακές προβολές ευτυχημάτων τής γραφής και τής ενορχήστρωσης, ίσως δε μάλιστα ακριβώς εξαιτίας τους. Εμποδίσθηκε έτσι η στροβιλιστική παραφορά τής αδιόρατης συνέχειας στην ανάπτυξη τής κίνησης, που χαρακτηρίζει τις μεγάλες ερμηνείες. Ο πανίσχυρος και χαρακτηριστικός λυρισμός τής Συμφωνίας ουδέποτε απογειώθηκε, περιορίζοντάς την έτσι σε ένα θρίαμβο ψυχρής, αναλυτικής πολυπραγμοσύνης. Τί κρίμα…   

 

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

Κρατική Ορχήστρα Αθηνών με ονομαστές μετακλήσεις στο Ηρώδειο

       Βαρύ το ιστορικό μετακλήσεων τής Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, ήδη από τις εσοδείες τού παρελθόντος της ως Ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών, εν αναφορά προς τις εμφανίσεις της στο πλαίσιο τού Ηρωδείου.  H συναυλία τής 2ας Ιουλίου συγκέρασε εύστοχα τη διεθνή αναγνώριση των φιλοξενούμενων, σολίστ και αρχιμουσικού, με την «εθνική» αποστολή προώθησης της γηγενούς λόγιας μουσικής δημιουργίας. Ακόμη και χωρίς το   renommée ενός Κάραγιαν, που είχε κοσμήσει το Ωδείον ήδη το σκοτεινό 1939, ο συνδυασμός τού ώριμου βιολοντσελίστα Misha Maisky με τον 36χρονο ομότεχνό του και μαέστρο Lionel Bringuier αποτελούσε εγγύηση μιας σφαιρικά ενδιαφέρουσας εκδήλωσης. 

Παιδί θαύμα μουσικής οικογένειας, νικητής διεθνών διοργανώσεων, με προαγωγή στη θέση τού πρώτου αρχιμουσικού τής Φιλαρμονικής τού Λος Άντζελες ως poulaine ενός Salonen κι ενός Dudamel, ο Μπρενγκιέ είδε την «ραγδαία άνοδό» του να ανακόπτεται το 2016 με το σιβυλλικό, κοινή συναινέσει, «διαζύγιό» του από την Ορχήστρα Tonhalle τής Ζυρίχης. Την τέχνη του έθεσε εν πρώτοις στη δοκιμασία του αθηναϊκού κοινού με την «Εισαγωγή σ’ ένα δράμα» τού Αντιόχου Ευαγγελάτου, ατμοσφαιρικό εναρκτήριο λάκτισμα ελληνότροπου οριενταλισμού. Υπό τη λεπτοδουλεμένη διεύθυνση τού Γάλλου η ΚΟΑ ήχησε εξ αρχής μεταμορφωμένη, με ευτυχή ένταξη των οργανικών ομάδων στη συνολική εικόνα, τόσο στις διθυραμβικές συνηχήσεις τών χάλκινων όσο και στις βουκολικές, δροσοστάλαχτες παραγράφους μιας παρτιτούρας που επιπλέον κατέδειξε την κλάση τού συνθέτη ως ενορχηστρωτή.

Κεντρικό έργο τής βραδιάς, πριν το διάλειμμα, ήταν το κονσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα έργον 104 τού Τσέχου Antonín  Dvořák  σε μιαν αναμενόμενα υψηλής ανάλυσης ερμηνεία. Η νευρώδης ανάκρουση τής ορχηστρικής εισαγωγής οδήγησε σε μιαν αντιστοίχως δυναμική είσοδο του οργάνου για μιαν ανάγνωση αξιοσημείωτων διαλεκτικών εντάσεων, με εξαιρετικά προβεβλημένα ξύλινα και βαρυσήμαντα χάλκινα σε ρόλο οιονεί τσαϊκοφσκικού πεπρωμένου. Η ένταση τής «συνομιλίας» σολίστ και ορχήστρας, σε συνδυασμό με την άρνηση τού Μάισκυ να παραδοθεί στον πηγαίο μελωδισμό τής γραφής, τους συνεχείς φραστικούς μορφασμούς και την ανίσχυρη προβολή τού ήχου του στον ασκεπή ανοιχτό χώρο,  υπονόμευσαν εν τέλει την καντιλένα τού αργού μέρους, ενώ και η άτεγκτη ρυθμική ακαμψία τού  γ’ απέτυχε να εισφέρει λυτρωτική κατάληξη σε αυτό το αδιαφιλονίκητο ρομαντικό αριστούργημα.  

Η συναυλία ολοκληρώθηκε με την πολυαναμενόμενη 2η συμφωνία, σε μι ελάσσονα, την επιτυχέστερη και πλέον οικεία από τις 3 τού Sergei Rachmaninov. Το ευρύ και ακανθώδες στην ανάπτυξή του allegro moderato απαιτεί ιδιαίτερη διαχείριση των ενδιάμεσων κορυφώσεων τής μουσικής. Ήδη όμως από το εισαγωγικό του largo ο υπερβολικός έλεγχος στέρησε από τα έγχορδα την αναγκαία μέθη για την υπηρέτηση των μεγάλων μελωδικών τόξων, παρά τις εξαίρετες σημειακές προβολές ευτυχημάτων τής γραφής και τής ενορχήστρωσης, ίσως δε μάλιστα ακριβώς εξαιτίας τους. Εμποδίσθηκε έτσι η στροβιλιστική παραφορά τής αδιόρατης συνέχειας στην ανάπτυξη τής κίνησης, που χαρακτηρίζει τις μεγάλες ερμηνείες. Ο πανίσχυρος και χαρακτηριστικός λυρισμός τής Συμφωνίας ουδέποτε απογειώθηκε, περιορίζοντάς την έτσι σε ένα θρίαμβο ψυχρής, αναλυτικής πολυπραγμοσύνης. Τί κρίμα…