Τόσκα τής ΕΛΣ στο Φεστιβάλ Αθηνών

11

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

Τόσκα τής ΕΛΣ στο Φεστιβάλ Αθηνών

       Η αναγκαία καθυστέρηση στο σχολιασμό καλλιτεχνικών γεγονότων συχνά εμπλουτίζει τα δεδομένα τής κριτικής τους θεώρησης. Η παρουσίαση τής «Τόσκα» τού Τζάκομο Πουτσίνι από την Εθνική Λυρική Σκηνή στο Φεστιβάλ Αθηνών στα τέλη του περασμένου Ιουλίου δεν εισάγει εξαίρεση στη διαπίστωση αυτή, αφού οι γραμμές αυτές κατατίθενται στη λευκή επιφάνεια του υπολογιστή μας λίγες εβδομάδες μετά την ανακοίνωση του χειμερινού προγράμματος τόσο τής ίδιας όσο και του πάλαι ποτέ προκατόχου της στην οδό Ακαδημίας, συμπτωματικά μόλις την επαύριον του εγκωμιαστικού σχολιασμού τής Γαλλικής εφημερίδας «Le Figaro» για την πρώτη. Ο τίτλος τού δημοσιεύματος «Η Αθήνα βάζει πλώρη για την όπερα του μέλλοντος!», που ακολουθεί διεθνές διαφημιστικό σποτ του Θεάτρου, και η αναφορά του σε ολοκλήρωση 90 παραγωγών εντός πενταετίας δεν μάς επιτρέπει να αγνοήσουμε την απόσταση ανάμεσα στη διαφήμιση και την πραγματικότητα, η οποία δεν εξαντλείται στην τυπική ισοτιμία των αριθμών. Υπό αυτή την έννοια, ο δικός μας απολογισμός δεν περιορίζεται στην επισήμανση σταθερά μικρού αριθμού -επαναλαμβανόμενων στην πλειονότητά τους- παραγωγών «κορμού», εκείνων δηλαδή που αποτελούν γνώμονα αποτίμησης κάθε πρωτεύοντος λυρικού θεάτρου, αλλά εστιάζει -τηρουμένων των αναλογιών- στη σύγκριση με τις ταπεινότερες οικονομικές και οργανωτικές προϋποθέσεις, που δεν εμπόδισαν τα «Ολύμπια» να εξαγγείλουν για τη νέα περίοδο ένα πολλαπλασίως ενδιαφέρον εύρος μουσικών γεγονότων, και στη λυρική πτυχή του. Οι μεγαλοπρεπείς  υποδομές τής ΕΛΣ δεν δημιούργησαν εκκολαπτήριο ταλέντων, ώστε φωνητικές κατηγορίες στελέχωσης ρόλων  απουσιάζουν εξ ολοκλήρου από τις τάξεις του «εθνικού» λυρικού Θεάτρου. Αποτέλεσμα οι βασικοί ρόλοι να κυριαρχούνται από μετακαλούμενους καλλιτέχνες,  συχνά με αποκλειστικά δευτεραγωνιστική συμμετοχή Ελλήνων συναδέλφων τους. Κι όμως συντηρούμε ζωηρή την ανάμνηση τής εποχής που στα ταπεινά «Ολύμπια» παρήχθη ολόκληρη γενιά εκλεκτών Ελλήνων μονωδών, σε προχωρημένη ωριμότητα σήμερα.

Το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε και στις παραστάσεις του Ηρωδείου, παρά την απατηλά καθησυχαστική εναλλαγή δύο διεθνούς αποδοχής Ελλήνων βαρυτόνων στον απαιτητικό ρόλο του Αρχηγού τής Ρωμαϊκής αστυνομίας βαρώνου Βιτέλλιο Σκάρπια. Η εξέλιξη των πραγμάτων οδήγησε στην παρακολούθηση μόνον της μιας των παραστάσεων, αφού η παλαιά γνώριμή μας στον επώνυμο ρόλο (άγουρη στα Ολύμπια του έτους 2007), η διάσημη πλέον Kristin Opolais ακύρωσε την τελευταία στιγμή την εμφάνισή της. Στην αισθητικά και λειτουργικά ανθεκτική παραγωγή τού Hugo de Ana, την αναβίωση τής οποίας επιμελήθηκε άρτια η Κατερίνα Πετσατώδη, την πριμαντόνα ενσάρκωσε αδρά (29 Ιουλίου) η υψίφωνος Lianna Haroutounian, φωνή από τις ελάχιστες που επιτυγχάνουν ισχυρή προβολή χωρίς θυσία τής μουσικότητας στο Ηρώδειο. Η προσευχή τής β’ πράξης ήταν δικαίως το showstopper! Τη συντρόφευσε επάξια, υπό την συγκαταβατική διεύθυνση του Philippe Auguin, ο σημαντικός Ιταλός τενόρος Giorgio Berrugi, από τους επαρκέστερους τής εποχής μας στο ρόλο .  Μετά τις αναμενόμενες δυσκολίες του στο Te Deum του ανοιχτού χώρου, ο Τάσσης Χριστογιαννόπουλος πρόσφερε ένα Σκάρπια τής αναμενόμενης από τον ίδιο υποκριτικής περιωπής, με άψογα συνειδητή ιδιοποίηση των ευκαιριών τού μουσικού και ποιητικού κειμένου…