του Κυριάκου Π. Λουκάκου
Η Βασιλική Φιλαρμονική Ορχήστρα στην Αθήνα
Δεν ήταν ασφαλώς γέννημα-θρέμμα «Βασιλική» η Ορχήστρα που αντικρύσαμε επί σκηνής τής αίθουσας «Χρήστος Λαμπράκης» (Φίλων τής Μουσικής) τού Αθηναϊκού Μεγάρου. Απαιτήθηκε η συμφωνία τού νεότευκτου σχήματος, εν έτει 1946, με το «Βασιλικό Φιλαρμονικό Σωματείο» για την αναδοχή των συναυλιών του από την μέχρι τότε επιφορτισμένη Φιλαρμονική τού Λονδίνου. Πίσω όμως από όλες αυτές και πολλές ακόμη διεργασίες, ορθωνόταν μια γνησίως αριστοκρατική φυσιογνωμία της φιλότεχνης Βρετανικής πλουτοκρατίας, ο γόνος τής αειθαλούς φαρμακοβιομηχανικής οικογενείας Beecham, ο 2ος βαρονέτος -και μετέπειτα Sir– Thomas Beecham, ο σκανδαλιστικά αυτοδίδακτος με ιδιωτική ορχήστρα αρχιμουσικός, ο ίδιος που, μετά από αλλεπάλληλα ιδιωτικά λυρικά και ορχηστρικά εγχειρήματα, είχε δημιουργήσει (στα 1932, από κοινού με τον ωσαύτως -μετέπειτα Sir– Malcolm Sargent) την Φιλαρμονική Ορχήστρα τού Λονδίνου και έμελλε να διευθύνει την πρώτη συναυλία τής επίσης αειθαλούς λονδρέζικης Philharmonia τού Walter Legge.
Από αυτόν τον ιστορικό σχηματισμό λοιπόν, που ίδρυσε ο κατά το BBC «πρώτος διεθνούς φήμης μαέστρος τής Βρετανίας», έγινε αποδεκτός το 2018, ως ο βασικός αρχιμουσικός του, ο Ρωσοουκρανικής καταγωγής Βρετανός Vassily Petrenko που τον περασμένο Απρίλιο συμφωνήθηκε η επέκταση της θητείας του έως το 2030. Και είναι ίσως σημαδιακό ότι η αθηναϊκή τους συναυλία τής 13ης Οκτωβρίου δόθηκε την ίδια ημερομηνία, κατά την οποία είχε εγκαινιασθεί, το 1950 στο Χάρτφορντ τού Κοννέκτικατ, η πρώτη μεγάλη Αμερικανική εξόρμηση τής Ορχήστρας!
Το πρόγραμμα εγκαινίασε σε ευφρόσυνο τόνο η εορταστικής διάθεσης εισαγωγή «Καρναβάλι» τού Αντονίν Ντβόρζακ, δηλωτική τής υψηλής ηχητικής κλάσης των ξένων μας στην έξοχη ακουστική, μια συνολική και καθ’ ομάδας ποιότητα, με αργυρόηχα έγχορδα, μελίρρυτα ξύλινα, άρπες με το υδάτινο επίχρισμα μιας «Ρούσαλκα». Ο Πετρένκο προσέδωσε αξιοσημείωτο βάρος στην μακρά ορχηστρική εισαγωγή τού -ιστορικά πρώτου- 2ου κονσέρτου για πιάνο τού Φρεντερίκ Σοπέν, προετοιμάζοντας την είσοδο τού νεαρού Yunchan Lim, που διαχειρίσθηκε με πεντακάθαρο δακτυλισμό και επίζηλη ελαφράδα τις ποιότητες αραβουργήματος τής γραφής. Κινούμενος με άνεση σε όλο το εύρος τής δυναμικής, ο ακριβής, φωτοσκιασμένος, ουδέποτε μηχανικός πιανισμός τού Κορεάτη βιρτουόζου συνδύασε νεανική ρώμη και αξιοπρόσεκτη για την ηλικία του εσωτερικότητα. Η αέρινη υπερπτήση των νεανικών δακτύλων δεν εκφυλίσθηκε σε μανιέρα. Αντιθέτως, σεβάσθηκε την αριστοκρατική μουσική ιδιοσυγκρασία τού Σοπέν, δικαιώνοντας την φαινομενικά ανεπιτήδευτη κομψότητα τού θέματος τού αργού μέρους, που πλαισίωσε με στιβαρές ενδιάμεσες κορυφώσεις και με ένα ευπρόσδεκτο παιγνιώδες άγγιγμα ευαισθησίας. Η εσχάτη των «Παραλλαγών Γκόλντμπεργκ» τού Γ.Σ.Μπαχ φιλοδώρησε ως ανκόρ το φρενιτιώδες κοινό.
Η συναυλία ολοκληρώθηκε με το Κοντσέρτο για Ορχήστρα τού Μπέλα Μπάρτοκ, αποκαλυπτικό και αυτό μιας αριστοκρατικής «παστέλ» ποιότητας ήχου τής Ορχήστρας, ακόμη και στις πλέον προφανείς οργανικές φορτίσεις της. Ο Πετρένκο αποκρυπτογράφησε συναρπαστικά τον συμφωνικό ειρμό της περίοπτης για την ωριμότητα τού Μπάρτοκ σύνθεσης και ακριβώς αυτός ο αισθησιακός εκτελεστικός εξευγενισμός τού ηχητικού αποτυπώματος τού έργου μάς ακολούθησε, με τον μετρημένο σαρκασμό τού «χορού των ζευγαριών» και την ντελικάτη δεξιοτεχνία τού ψιλοδουλεμένου φινάλε…