Παραδείσιος Μάλερ από την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης

46

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

        Αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση η 4η συμφωνία στον κανόνα (των 10 και πλέον) που ολοκλήρωσε ο Γκούσταφ Μάλερ, ορόσημο στο αρχικό κύμα των έργων που κοντολογίς εντάσσονται στο κλίμα της συλλογής «Του παιδιού το μαγικό κέρας» ως ποιητική αφετηρία  της έμπνευσής του. Από τη θέση της στη ζωή και τη δημιουργία τού μόλις 40χρονου λειτουργεί μεταβατικά ανάμεσα στο πανθεϊστικό, φυσιολατρικό ιδεολόγημα της 1ης και την ανακουφιστική χαραμάδα διεξόδου σε επόμενη διάσταση που εκπέμπουν μοναδικά «Το Τραγούδι της Γης», η 9η, και το Αντάτζιο της 10ης. Μόνο που, αντίθετα με την συμπαντική συγκατάβαση των τελευταίων,  στην 4η το υπερκόσμιο επίπεδο ενδύεται ακόμη συμβάσεις και προσδοκίες μιας παραδεισένιας, παιδιάστικης απλοϊκότητας. Προσποιητή στο ύφος της αλλά και κατ’ εξοχήν εκλεπτυσμένη μεταξύ των συμφωνιών του, η 4η αποτελεί δημιουργική αλληγορία της υπαρκτής ανάγκης αποσυμπίεσης του -επιτέλους καθιερωμένου- Μάλερ από τα  καθήκοντα τού διευθυντή της Όπερας της Αυτοκρατορικής και Βασιλικής Αυλής της Βιέννης και από τη στειρότητα που έμοιαζε να απειλεί τον συνθετικό οίστρο του. Αυτή η τάση φυγής εξάλλου, που πυροδοτεί και συμπίπτει με τη σύνθεση αυτού του μοναχικά σεραφικού αριστουργήματος, βρίσκει την πρακτική αναλογία της στην αγορά και διαμόρφωση από τον εργασιομανή συνθέτη του δικού του, προσωπικού, επίγειου παραδείσου γαλήνης, εξοπλισμένου μάλιστα με παράπηγμα ειδικά προορισμένο για την απομόνωση και τη σύνθεση.

        Την μόλις (για μαλερικά δεδομένα!) 56λεπτη συμφωνία διαθέτει στο διαδίκτυο, από τις 19.30 της 31ης  Ιανουαρίου 2021 και με ελεύθερη πρόσβαση (https://www.youtube.com/watch?v=MXQugiPUldQ), η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης,  υπό την διεύθυνση του Μιχάλη Οικονόμου. Η ερμηνεία καθιέρωσε, από τα πρώτα κιόλας μέτρα, το γλυκόπικρο  κλίμα αναπόλησης ενός κόσμου εξιδανικευμένης αθωότητας, χωρίς μολαταύτα εκπτώσεις σφρίγους και ρυθμικής πειθαρχίας στην απαιτητική διαδρομή του α’ μέρους. Επιπλέον δε με την ευπρόσδεκτη αναγνωρισιμότητα, πίσω από τη μάσκα προστασίας, οικείων μας μουσικών, ενώ κοινωνούσαν σε αόρατο κοινό τα μύρια ευτυχήματα έμπνευσης και θεματικής επεξεργασίας του έργου, έστω και στη συνεπτυγμένη, πλην ελάχιστα προδοτική, ενορχήστρωση του Klaus Simon για ορχήστρα δωματίου (2007).

        Ζωηρές και παιγνιώδεις, ταιριαστά αφελείς στον ανέμελο φολκλορικό χαρακτήρα τους, αναδείχθηκαν οι δηλώσεις ξύλινων πνευστών στο οιονεί σκέρτσο, με εμπειρότεχνη τηλεοπτική λήψη τους, όπως στη βραχεία ερωταπόκριση του πιτσικάτο των εγχόρδων και του αυλού λίγο πριν την εκπνοή της β’ κίνησης.

       Συμπαγής, χωρίς αγωγικές διακυμάνσεις και εκφραστικά ισχυρός υπήρξε ο αντίκτυπος του εκτενούς αντάτζιο, που αποτελεί το κέντρο βάρους της Συμφωνίας, γαλήνιο σαν το χαμόγελο της μητέρας του συνθέτη, αλλά και με την δαμόκλειο θεματική πρόμνηση της «μοιραίας» 5ης. Και μια επιφύλαξη: χαλαρότερη ρυθμική διαχείριση των μεταπτώσεων της στροφικής μορφής της θα ενίσχυε καθοριστικά την ατμόσφαιρα της ουσιαστικά αέναης (όπως και στο «Τραγούδι της Γης») καταληκτικής σελίδας, προσπορίζοντας βαρύτητα στο  έσχατο τραγούδι του «παιδιού» και πολύτιμο χώρο στην υψίφωνο Ελένη Κομνή για βαθύτερη ενσυναίσθηση αυτού του χαμογελαστά μελαγχολικού αποχωρισμού από τη νεότητα και την απειρία…