Σημαντικές φωνές σε λιτό πλαίσιο από την Εθνική Λυρική Σκηνή

79

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

     Ούτε ανθοδέσμη δεν επιφύλαξε η ΕΛΣ στους «ξένους» των  δύο «γκαλά» του Ιουλίου («evenings» τα αποκαλεί στην αγγλική), ενώ, με ορισμένα κοινά αποσπάσματα από όπερες στα προγράμματα, προέκυψε αναπόφευκτη όσο και δυσανάλογη άμιλλα. Στο επίκεντρο του Ηρωδείου, στις 26 του μηνός, βρέθηκε ο διεθνώς καθιερωμένος βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς, ισχυρά πλαισιωμένος από την Βουλγάρα υψίφωνο Krassimira Stoyanova και τον ανερχόμενο τενόρο Riccardo Massi, που είχαμε σημειώσει σε παραστάσεις της «Τόσκα» του 2018 στην Όπερα του Αμβούργου. Ο στιλπνός ήχος, η αγέρωχη λυρική φραστική και η ολοκάθαρη άρθρωση, όπως και το επιβλητικό του παράστημα,  επιβεβαιώθηκαν σε επικές ρομάντσες από τη «Τζοκόντα» του Πονκιέλλι και την «Τουραντώ» του Πουτσίνι. Εντυπωσιακής δύναμης και ιδιωματικότητας και ο Αλβάρο του πλάι στον συναρπαστικά άκαμπτο Κάρλο του Πλατανιά, που εντυπωσίασε περαιτέρω με άριες από τον «Ριγκολέτο» και έναν «Αντρέα Σενιέ» που ακόμη μάς οφείλει ολόκληρο η ΕΛΣ. Πυλώνας της Κρατικής Όπερας της Βιέννης από το 1998 και Αυστριακή Kammersängerin ήδη από το 2009, η Στογιάνοβα, τόσο στο εναρκτήριο ντουέτο από τον «Χορό Μεταμφιεσμένων, όσο και στη δημοφιλή άρια της «Βαλλύ» του Καταλάνι, κατέγραψε ορισμένη εκφραστική και φωνητική ξηρότητα, προφανώς όχι άσχετη με τον ανοιχτό χώρο, αλλά και την προχωρημένη φάση μιας μακράς και σεβαστής σταδιοδρομίας.

       Την ισορροπία των διανομών ανέτρεψε η αντικατάσταση (στις 28/7) του αρχικώς προβλεπόμενου δραματικού βαρυτόνου Ambrogio Maestri από τον ημέτερο Τάση Χριστογιαννόπουλο. Σαφώς λυρικότερης ιδιοσυγκρασίας, ο διεθνώς προβεβλημένος ως Tassis Christoyannis υπεισήλθε γενναιόδωρα σε μέρη επιλεγέντα για τον Ιταλό, από την «Τζοκόντα», τον «Τροβατόρε» και τη «Δύναμη του Πεπρωμένου». Ό, τι λοιπόν αποτελούσε πρωτίστως θρίαμβο φωνητικής φύσης για τον Πλατανιά, διακεκριμένο ερμηνευτή του Βέρντι και του βερισμού, αναδείχθηκε σε αξιέπαινη άσκηση ευφυίας για τον  Χριστογιαννόπουλο, δεινό σε πιο εκλεπτυσμένες niches του ρεπερτορίου. Πλάι του, πιο μετρημένου σκηνικού και φωνητικού χαρίσματος από τον Μάσσι, αλλά μουσικά αξιομνημόνευτος (πρβλ. ιδιαιτέρως τη δυσεύρετης περιωπής ερμηνεία στην άρια της γ’ πράξης από την «Τόσκα»), ο δραστήριος ανά την Ιταλία -επίσης τενόρος- Giorgio Berrugi (28/08), θα μπορούσε να αποτελεί εύλογη επιλογή για  το κενό τενόρου της μετά Χατζησίμο εποχής στην ΕΛΣ (αν ο Μάσσι καταστεί οικονομικά απρόσιτος), αφού, με προϋπηρεσία και τεχνική πολυβραβευμένου κλαρινετίστα της Συμφωνικής της Ρώμης, εκτιμούμε ότι δύναται ενίοτε να ανταποκρίνεται σε αναθέσεις βαρύτερες του αναμενομένου. Αντιθέτως κλάση Ηρωδείου κατ’ εξοχήν επιβεβαίωσε για μιαν ακόμη φορά η ανεκτίμητη Celia Costea, φωνή ιδεώδους τονικής πλησμονής και ιταλοπρέπειας, που κυριολεκτικά κατέκλυσε το Ωδείο με αβίαστους χρυσούς, ολόγιομους και θερμούς ήχους τόσο στο -και εν προκειμένω- εναρκτήριο ντουέτο από τον «Χορό Μεταμφιεσμένων», όσο και ως Ελβίρα (του «Ερνάνη»), Νέντα και Λεονώρα (του «Τροβατόρε»), αποδεικνύοντας αξιοθαύμαστη προβολή της φωνής σε αυτό τον εχθρικό χώρο. Αναμένουμε την Μανταλένα της πλάι στον Ζεράρ του Πλατανιά για την όπερα του Τζορντάνο στην πρώτη κιόλας φάση μιας μετά κορωνοϊό εποχής, έστω συναυλιακά!