Κρατική Ορχήστρα Αθηνών μόνο στο διαδίκτυο

51

του Κυριάκου Π. Λουκάκου

       Η προγραμματικά και ερμηνευτικά ενδιαφέρουσα συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών που πραγματευόμαστε σήμερα εξακολουθεί να προσφέρεται σε ελεύθερη και αδάπανη θέαση μέσω διαδικτύου (https://www.youtube.com/watch?v=x9R_KSbZMe4). Με αυτό το δεδομένο όμως, ενισχυόμενο αναπόφευκτα από το πασίδηλο γεγονός ότι η ΚΟΑ αποτελεί  δημόσιο φορέα, ανακύπτει το ερώτημα γιατί αυτή η πρώτη προβολή (30.01.2021) της «μαγνητοσκοπημένης συναυλίας» δεν φιλοξενήθηκε, όπως συμβαίνει διεθνώς, από δημόσιο τηλεοπτικό δίαυλο,  με παράλληλη ανακοίνωση χρόνου περαιτέρω δικτυακής προσβασιμότητάς της. Το ζήτημα δεν είναι ευχερώς παρακάμψιμο, επειδή, χωρίς προφανή σε εμάς λόγο, εισάγεται ενδεχομένως ακούσια, αλλά πάντως δυσμενής, διάκριση εις βάρος σεβαστού αριθμού φιλομούσων, οι οποίοι, είτε λόγω ηλικίας είτε από άλλη αιτία, δεν μεταλαμβάνουν της τεχνολογίας, θα απολάμβαναν όμως με ευγνωμοσύνη την υπό συζήτηση και άλλες παρόμοιες μουσικές εκδηλώσεις.

Μετά την ανάληψη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης της Ορχήστρας από τον Λουκά Καρυτινό, ευπρόσδεκτη θεωρούμε και τη μετάκληση του Σπύρου Προσωπάρη (γεν. 1979), «Διευθυντή Σχολών και Αρχιμουσικού της Μπάντας της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας (1840), του αρχαιότερου μουσικοεκπαιδευτικού οργανισμού της Ελλάδας». Μαθητής του Καρυτινού και με εκτεταμένη επίδοση στη μουσική για σχηματισμούς των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Κερκυραίος καλλιτέχνης προσωποποιεί μια κοινή ευρωπαϊκή παράδοση που καταγράφει στρατιωτικές και λοιπές μπάντες ως άμεσα ή έμμεσα φυτώρια σημαντικών συνθετών και μαέστρων. Το πρόγραμμα, στην χωρίς θεατές αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» (Φίλων της Μουσικής) του αθηναϊκού Μεγάρου, εγκαινίασε μια αξιέραστη σπανιότητα, το κονσέρτο για τσέμπαλο και έγχορδα (1779) του συνεργαζόμενου με τον Μότσαρτ  και τον Χάυντν Karl Ditters Von Dittersdorf (1739-1799) σε μεταγραφή και -εμπλουτισμένη με βιόλες, όμποε και κόρνα- ενορχήστρωση από τον πιανίστα, θεωρητικό και συνθέτη Karl Hermann Pillney (1896-1980), παρεμπιπτόντως γόνο αρπίστριας.  Στην κομψή και δεξιοτεχνική ερμηνεία, από την Κορυφαία τής  ΚΟΑ Γωγώ Ξαγαρά, στηριγμένη αξιόπιστα από συναδέλφους και πόντιουμ, το επεξεργασμένο νέο κοντσέρτο για την άρπα ανέδειξε (στα 2 πρώτα μέρη τουλάχιστον) ποιότητες γραφής που ενίοτε εγγίζουν μοτσάρτειο βάθος, εκβάλλει όμως σε ένα απογοητευτικά ισχνό και ευτυχώς σύντομο rondeau.

Τη σκυτάλη παρέλαβε ο -επίσης Κερκυραίος- Ανδρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου με το κοντσέρτο για τρομπόνι (1924) του -συνδεδεμένου επί δεκαετίες (1925-1956) με την διφυή Εθνική (και παραλλήλως Ραδιοφωνική) Ορχήστρα της Δανίας- αρχιμουσικού και μουσουργού  Launy Grøndahl (1886 – 1960), σε διασκευή του Michael Stewart. Ο μαθητής του N.W.Gade και του C.Nielsen συνέθεσε, όπως και στην περίπτωση του Β’ Κορυφαίου της ΚΟΑ,  για συνάδελφό του στην Ορχήστρα Τίβολι της Κοπεγχάγης. Σολίστ και Ορχήστρα απόλαυσαν τις μελωδικές εξάρσεις πληθωρικού λυρισμού του τριμερούς έργου και αποκάλυψαν, με συνέργεια του πιάνου, το εκφραστικό διαμέτρημα του αργού μέρους.

Την συναυλία ολοκλήρωσε η 2η συμφωνία του L.v.Beethoven σε μιαν ακέραιων προθέσεων ερμηνεία, που δεν συμβιβάσθηκε με την ευφρόσυνη κατάφαση της μουσικής: Μεστή επισημότητας στην πρώτη κίνηση (με  τήρηση της επανάληψης) και  πάλλουσα από φόρτιση στο larghetto, κατέγραψε όμως ρυθμική χαλαρότητα στο scherzo και κάποιο έλλειμμα δυναμισμού στην κατάληξη μιας συνολικά σαγηνευτικής διαδρομής.