O «Ορφέας» του Μοντεβέρντι

339

Θα πρέπει να έχει μείνει ανεξίτηλα στην μνήμη αυτών που έτυχε να παρακολουθήσουν την παράσταση του «Ορφέο» του Μοντεβέρντι(1567-1643) στο Μέγαρο Μουσικής κατά το 1997, όπου βιώσαμε μία ανεπανάληπτη αίγλη, συναντώντας τις πλέον  κατάλληλες για όπερα μπαρόκ φωνές, τα άριστα όργανα εποχής και την ατμοσφαιρική σκηνογραφία και κοστούμια, που αυτόματα μας μετέφεραν στον κόσμο της παρουσιάσεως των πρώτων οπερών στον κόσμο της μουσικής.Αλλωστε, ο Μοντεβέρντι είναι  αυτός που πρώτος στην Βενετία μετέφερε την όπερα απο τα ανάκτορα και επαύλεις ευγενών και αξιωματούχων, σε αίθουσες με προγραμματισμένες παραστάσεις, εισιτήρια και θέσεις για όλο το κοινό.Το έργο του  μεγάλου αυτού συνθέτη,που πρόκειται για έναν  από τους σημαντικότερους της δυτικής μουσικής,σηματοδοτεί την μετάβαση από την μουσική της Αναγεννήσεως στην μπαρόκ  και παράλληλα εκπροσωπεί έναν από τους σημαντικότερους  μεταρρυθμιστάς στην εξέλιξη του μουσικού γλωσσικού ιδιώματος και της μουσικής εκφράσεως.Από την πρώτη παρουσίαση του «Ορφέο» επ΄ευκαιρία του καρναβαλιού στην αυλή του Βικέντιου της Μάντοβας τον Φεβρουάριο του 1607,  επήλθαν πολλές αλλαγές στις μετέπειτα παραστάσεις, τόσο ως προς τον αριθμό των οργάνων όσο και ως προς το λιμπρέττο σε στίχους, από τον γραμματέα της αυλής Α.Στρίτζιο.

Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αναφορές για τον τρόπο ανεβάσματος του έργου, ο τσεμπαλίστας και μαέστρος του έργου Μάρκελλος Χρυσικόπουλος, σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη Θάνο Παπακωνσταντίνου, απεφάσισαν να ανεβάσουν με πολλές ιδιαίτερες πρωτοβουλίες, την εν λόγω όπερα στο  Μέγαρο Μουσικής η οποία, δυστυχώς, πολύ λίγο προσωμοίαζε με την αντίστοιχη του 1997.

Οι εν λόγω καλλιτέχνες, αποφασίζοντας να την παρουσιάσουν  πλησιάζοντας  περισσότερο την παλαιοτέρα της μορφή,επέλεξαν να την επενδύσουν μουσικά με δέκα πέντε όργανα εποχής του Συνόλου “Latinitas Nostra” όπως (βιόλα ντα γκάμπα,θεόρβη,  λαούτο κ.λ.π.) Παραμένοντας μάλλον στην αρχική της ιστορία, όπου ο Ορφέας μαζί με τις προσωποποιημένες Μουσική και Μαινάδα, που αντίστοιχα συνοδεύουν ως Πρόλογος και Επίλογος το ταξίδι του στον Κάτω Κόσμο, δεν επέτυχαν ατυχώς να μας μεταφέρουν ούτε το πνεύμα ούτε την ατμόσφαιρα της αισθητικής μπαρόκ.

Η κυρία αιτία αυτής της επιλογής πιστεύουμε ότι ήταν  η απόφασή τους να χρησιμοποιήσουν ηλεκτρονικά όργανα και εκκωφαντικά ηχητικά εφφέ,  με την δικαιολογία, όπως εδήλωσαν,  να προσεγγίσουν πιο ανάγλυφα τους ήχους που ο ίδιος ο Μοντεβέρντι έχει επινοήσει.

Με πλαίσιο τα έξυπνα και καλαίσθητα αλλά άσχετα προς την ουσία του έργου σκηνικά και ασπρόμαυρα ενδύματα της Νίκης Ψυχογιού,ακούσαμε ευχάριστη απαγγελία από άρτια δομημένες φωνές (υποστηριζόμενες ηλεκτρονικά) όπως  του τενόρου Χουάν Σάντσο  σαν Ορφέα, και της μέτζο Θεοδώρας Μπάκα ως Μουσική και Ιέρεια,όπως και μίας  πλειάδος από σολίστες. Επι πλέον,ο χορός από βοσκούς νύμφες, Μαινάδες,Πνεύματα,  ερμηνεύθηκαν επιτυχημένα  από τους σπουδαστάς της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών.

Μία παράσταση προδίδουσα πολύ μεγάλη προετοιμασία, αλλά με αντιστρόφως ανάλογο αποτέλεσμα.

  Σοφία  Θεοφάνους